Του Βασίλη Σπυρόπουλου
Και τα φετινά Χριστούγεννα θα είναι «σφιχτά» για τους περισσότερους Έλληνες, σύμφωνα με έρευνα της ΕΥ Ελλάδος. Η ακρίβεια σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά της, αφήνοντας τους περισσότερους από εμάς με άδειες τσέπες για άλλη μια χρονιά και τις εορταστικές ημέρες, που καταφθάνουν σε λιγότερο από ένα μήνα.
Τι κι αν η διάθεσή μας γίνεται έστω λίγο πιο αισιόδοξοι, τι κι αν θέλουμε να γίνουμε σαν τα μικρά παιδιά; Αμέσως επανερχόμαστε στην πραγματικότητα, ιδίως όταν συνειδητοποιήσουμε ότι ο φετινός εορταστικός προϋπολογισμός θα είναι μάλλον μόνον για τα απολύτως απαραίτητα. Οι νεότεροι σε ηλικία πιστεύουν ότι θα καταφέρουν να το ρίξουν έξω φέτος, ξοδεύοντας περισσότερα, ωστόσο οι μεγαλύτεροι δείχνουν αυτοσυγκράτηση και θα κινηθούν όπως και πέρυσι.
Τα βάζουν κάτω για να δουν αν «αντέχει» το budget
Κάνουν προσθαφαιρέσεις, πολλαπλασιασμούς και διαιρέσεις για να δουν αν τελικά ο προϋπολογισμός είναι σε θέση να αντέξει, καθώς το τσουνάμι της ακρίβειας δεν αφήνει πολλές επιλογές. Σε κάθε περίπτωση, οι προτεραιότητες δεν φαίνεται να διαφοροποιούνται, αφού το 61% των ερωτηθέντων θα αγοράσει τρόφιμα και ποτά, ενώ το 58%, κυρίως νεότερης ηλικίας, θα ξοδέψει χρήματα για ρούχα και αξεσουάρ. Και η διασκέδαση τις ημέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς; Τρίτη και καταϊδρωμένη με ποσοστό 35% και τους ενδιαφερόμενους να έχουν όρεξη για συναυλίες, φαγητό έξω κ.λ.π.

«Είναι ακριβό; Δεν θα το πάρω»
Με τον πληθωρισμό και τις συνεχείς ανατιμήσεις των προϊόντων να έχουν φθάσει στον.. Θεό οι Έλληνες το σκεφτόμαστε δύο, τρεις και περισσότερες φορές αν θα αγοράσουμε κάτι, ό,τι κι αν είναι αυτό, εάν η τιμή δεν μας συμφέρει. Πρώτο και βασικότερο κριτήριο, λοιπόν, για τις αγορές μας στις γιορτές, σε ποσοστό 90%, είναι η τιμή. Δεύτερο κριτήριο είναι η ποιότητα του προϊόντος και τρίτο κατατάσσεται η πιθανότητα το προϊόν αυτό να πωλείται ή όχι σε κάποια προσφορά. Ουσιαστικά, η τιμή είναι αυτή που θα καθορίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τις αποφάσεις μας φέτος τα Χριστούγεννα.

Κρασάκι στο σπίτι με οικογένεια και φίλους – Ούτε συζήτηση για έξω
Σε αυτές τις δύσκολες εποχές, οι Έλληνες προτιμούν την ζεστασιά και την θαλπωρή του σπιτιού και στις γιορτές, μαζί με κοντινούς οικογενειακούς συγγενείς ή καλούς φίλους από μια έξοδο σε ένα νυχτερινό μαγαζί ή ένα εστιατόριο. Το κόστος, άλλωστε, για μια βραδυνή έξοδο είναι υψηλότερο από τα καθιερωμένα μέσα στη χρονιά λόγω και του νταμπλ ντοτ. Από την άλλη, δεν υπάρχει η οικονομική δυνατότητα για κάτι τέτοιο για πολλές οικογένειες.

Λιγότεροι από τους μισούς (41%), κι αυτό δεν είναι αμελητέο νούμερο, θα αγοράσουν 41% δώρα για τα αγαπημένα τους πρόσωπα, ενώ 3 στους 10 θα κάνουν την προσπάθεια να μην προβούν σε μεγάλες σπατάλες φαγητού ή να μη μαγειρέψουν μεγαλύτερες ποσότητες από όσες πραγματικά χρειάζονται. Να, λοιπόν, που η ακρίβεια και ο πληθωρισμός, αγκαζέ με την αισχροκέρδεια σε κάποιες περιπτώσεις, μας σπρώχνουν να αλλάξουμε τις καταναλωτικές μας συνήθειες ακόμη και στο φαγητό…
Άδειες τσέπες το 2025 και απαισιοδοξία για το μέλλον
Από όλα τα παραπάνω στοιχεία που παραθέσαμε και επιχειρήσαμε να σχολιάσουμε, είναι ολοφάνερο ότι το 2025 θα τελειώσει με άδειες τις τσέπες των Ελλήνων και των Ελληνίδων και με φρούδες ελπίδες που μοίραζε και συνεχίζει να μοιράζει αφειδώς η κυβέρνηση της ΝΔ. Όπως, για παράδειγμα, τα ψίχουλα των 250 ευρώ στους συνταξιούχους, οι οποίοι δικαίως διαμαρτυρήθηκαν έντονα. Πολλοί από αυτούς, όπως και άλλοι, είτε είναι μισθωτοί, είτε ελεύθεροι επαγγελματίες, δεν μπορούν να βγάλουν πέρα τον μήνα και αναγκάζονται να δανείζονται από τα παιδιά τους, από φίλους ή γνωστούς. Δεν είναι τυχαίο ότι η χώρα μας είναι από τις πρώτες στην Ευρώπη όπου περίπου οι μισοί καταναλωτές δεν μπορούν να πληρώσουν εμπρόθεσμα τους λογαριασμούς του μήνα- ρεύμα, νερό, τηλέφωνο κ.ά.
Υπό αυτές τις τραγικές συνθήκες, η απαισιοδοξία των Ελλήνων σταθεροποιείται και γιγαντώνεται. Όποιον και να ρωτήσεις, σου λέει τη γνωστή ατάκα: «Κάθε πέρυσι και καλύτερα». Παρατείνεται, και κανείς δεν ξέρει πότε θα τελειώσει, η οικονομική κρίση που ζήσαμε από το 2011 και μετά, σε σημείο που η απόγνωση και ο φόβος να έχουν κατασπαράξει τα πάντα. Πότε, άραγε, θα δούμε άσπρη μέρα;


