Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024

Top 5 άρθρα

Σχετικά άρθρα

Η εδραίωση της κυριαρχίας Πούτιν και οι μεγάλες προκλήσεις

Της Βάνας Κουτρουλού

Όταν η ρωσική κρατική τηλεόραση έδωσε στη δημοσιότητα τα πρώτα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών, που έδειχναν ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν επανεξελέγη με σχεδόν 88% των ψήφων, ποσοστό ανεβασμένο κατά έντεκα μονάδες σε σύγκριση με το 2018, δεν αποτέλεσε έκπληξη.

Ο δημοσιογράφος της ρωσικής κρατικής τηλεόρασης αντέδρασε με ενθουσιασμό: «Αυτό είναι ένα απίστευτο επίπεδο υποστήριξης και ενότητας γύρω από το πρόσωπο του Βλαντίμρι Πούτιν», είπε, «και ένα μήνυμα προς τις δυτικές χώρες».

Εξάλλου οι αντίπαλοι του Ρώσου προέδρου, ο αντιπρόεδρος της Δούμας, Βλάντισλαβ Νταβάνκοφ, ο επικεφαλής του υπερεθνικιστικού Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος, Λεονίντ Σλούτσκι, και ο κομμουνιστής Νικολάι Χαριτόνοφ δεν απειλούσαν πραγματικά την πρωτιά του.

Οι εκλογές σημαδεύτηκαν από μπαράζ ουκρανικών βομβαρδισμών, εισβολές στη ρωσική επικράτεια από φιλο-ουκρανικές ομάδες και βανδαλισμούς στα εκλογικά τμήματα.

Το Κρεμλίνο χαρακτήρισε τις εκλογές ως μια ευκαιρία για τους Ρώσους να επιδείξουν την υποστήριξή τους στην στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία, όπου στήθηκαν κάλπες επίσης σε εδάφη που ελέγχονται από τη Ρωσία, σε Ζαπορίζια, Χερσώνα, Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ.

Σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι κατήγγειλε τις εκλογές ως απάτη και τον Πούτιν ως «δικτάτορα» που είναι «μεθυσμένος από την εξουσία».

Ο Πούτιν, πρώην πράκτορας της KGB, βρίσκεται στην εξουσία από το 1999 και πρόκειται να εδραιώσει την κυριαρχία του στη χώρα τουλάχιστον έως το 2030. Εάν ολοκληρώσει άλλη μια θητεία στο Κρεμλίνο, θα έχει μείνει στην εξουσία περισσότερο από οποιονδήποτε Ρώσο ηγέτη.

Σε μια προεκλογική ομιλία του ο Πούτιν είχε δηλώσει ότι η Ρωσία διέρχεται μια «δύσκολη περίοδο» και κάλεσε τη χώρα να είναι «ενωμένη και να έχει αυτοπεποίθηση».

Στοιχήματα η Οικονομία και η αμυντική βιομηχανία

Πετυχαίνοντας την μεγαλύτερη έως σήμερα λαϊκή νομιμοποίηση, ο Ρώσος πρόεδρος πρέπει να βρει τρόπους να χρηματοδοτήσει την πολεμική μηχανή που έχει στήσει, με τις συνολικές αμυντικές δαπάνες να ανέρχονται πλέον στο 7,5% του ΑΕΠ και την στρατιωτική βιομηχανία να απασχολεί  το 2,5% του συνολικού πληθυσμού, δηλαδή 3,5 εκατόμμυρια Ρώσους.

Η ρωσική οικονομία εμφανίστηκε ανθεκτική παρά τις διεθνείς κυρώσεις μετατοπιζόμενη σε πολεμική βάση – δηλαδή διοχετεύοντας τις κρατικές δαπάνες στην παραγωγή όπλων. Ωστόσο, θα είναι τεράστια η μακροπρόθεσμη ζημιά από την απώλεια των δυτικών αγορών για τη ρωσική ενέργεια, που προκαλεί την έξοδο ξένων επιχειρήσεων και την επιβολή κυρώσεων που μπορεί να επιμείνουν πολύ μετά τον πόλεμο.

Η έναρξη της σύγκρουσης έφερε μια οριστική, επικίνδυνη ρήξη με τις χώρες του Ευρωατλαντικού. Έχει αφήσει τη Μόσχα να βασίζεται όλο και περισσότερο σε μια συμμαχία με την Κίνα που είναι εξαιρετικά άνιση και με έλλειψη εμπιστοσύνης. Η ανάγκη για όπλα ανάγκασε το Κρεμλίνο να εμβαθύνει τους δεσμούς του με αμφίβολους εταίρους όπως το Ιράν και η Βόρεια Κορέα.