Του Κώστα Παππά
Η σημερινή μεγάλη επιχείρηση της Ελληνικής Αστυνομίας στην Κρήτη για την υπόθεση των παράνομων επιδοτήσεων του ΟΠΕΚΕΠΕ σηματοδοτεί μια νέα κρίσιμη φάση σε ένα σκάνδαλο που έχει ήδη αποκαλύψει βαθιές ρωγμές στη σχέση κράτους, πολιτικών κομμάτων και αγροτικών θεσμών. Στην επιχείρηση συνελήφθησαν τουλάχιστον 14–15 άτομα, μεταξύ των οποίων ο γνωστός αγροτοσυνδικαλιστής Μύρωνας Χιλετζάκης, ένας λογιστής και μια δικηγόρος, με την υπόθεση των ψευδών δηλώσεων και των παράνομων επιδοτήσεων να αφορά ποσά που φτάνουν έως και 1,7 εκατομμύριο ευρώ.
Αυτό που, ωστόσο, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο είναι η πολιτική εκμετάλλευση της υπόθεσης από την κυβέρνηση και το ΠΑΣΟΚ. Στην αίθουσα της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, η συζήτηση για τις συλλήψεις μετατράπηκε, όπως ήταν αναμενόμενο, σε εντονότατη αντιπαράθεση κομμάτων. Ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας επιτέθηκε στην εισηγήτρια του ΠΑΣΟΚ για τον εντοπισμό μεταξύ των συλληφθέντων ατόμων που συνδέονται με πολιτικά πρόσωπα, ενώ από την πλευρά της αντιπολίτευσης κατηγόρησαν τη ΝΔ για πολιτικές διασυνδέσεις συγκεκριμένων προσώπων με το κόμμα τους.
Το ΠΑΣΟΚ, από την πλευρά του, όχι μόνο κατέστησε κεντρικό θέμα τη συμμετοχή προσώπων με πολιτικές σχέσεις στις συλλήψεις, αλλά έσπευσε να υπογραμμίσει πώς η υπόθεση αυτή δείχνει ότι οι μηχανισμοί επιτήρησης και λογοδοσίας λειτουργούν μόνο όταν υπάρχει πολιτικό κόστος. Σε αυτό το πλαίσιο, η Κυβέρνηση επιχειρεί να εξωραΐσει τη δική της εικόνα, παρουσιάζοντας την αστυνομική επιχείρηση ως ένδειξη ότι το “κράτος λειτουργεί”, ενώ ταυτόχρονα προβάλλει δημόσια το δράμα των συλλήψεων ως πολιτική ήττα της αντιπολίτευσης.
Ωστόσο, πίσω από τις σφοδρές εσωκομματικές αντιπαραθέσεις και τις επικοινωνιακές φωτογραφίες, τίθεται το βασικό ερώτημα: λειτουργεί όντως η δικαιοσύνη και ο έλεγχος σε βάθος σε αυτό το σκάνδαλο; Ή μήπως η πολιτική σκακιέρα μετατρέπει την υπόθεση σε πεδίο πολιτικών πόντων, με την κυβέρνηση και το ΠΑΣΟΚ να ανταγωνίζονται στο ποιος θα καταφέρει να αποκομίσει μεγαλύτερο “όφελος” από τη δημοσιότητα των συλλήψεων;
Η μάχη στη Βουλή είναι βέβαιο ότι θα συνεχίσει να δίνεται με σκληρές λεκτικές αντιπαραθέσεις. Αυτό δείχνει, όμως, ότι το πολιτικό σύστημα προσλαμβάνει ένα ζήτημα θερμής κοινωνικής σημασίας όχι ως πεδίο ουσιαστικής διαλεύκανσης, αλλά ως όπλο αντιπαράθεσης. Μόνο όταν οι θεσμοί σταματήσουν να χρησιμοποιούνται ως όχημα πολιτικής στρατηγικής και αρχίσουν να υπηρετούν την ουσία της δικαιοσύνης, θα μπορέσει να αποδοθεί πραγματική απάντηση στην κοινωνία για το τι συνέβη με τον ΟΠΕΚΕΠΕ.




