Παρασκευή, 17 Μαΐου, 2024

Top 5 άρθρα

Σχετικά άρθρα

Δυσανάλογα υψηλό το κόστος στέγασης για τα ελληνικά νοικοκυριά

Του Θεόδωρου Μ. Μητράκου*

 

Πρόσφατα στοιχεία της Eurostat ανέδειξαν το εξαιρετικά υψηλό κόστος στέγασης για τα ελληνικά νοικοκυριά.Το κόστος στέγασης περιλαμβάνει τα ενοίκια, την επισκευή και συντήρηση κατοικίας, σχετικές υπηρεσίες όπως η ύδρευση, αλλά και προϊόντα ενέργειας (ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο, πετρέλαιο θέρμανσης κ.λπ.), καθώς και τουςτυχόν τόκουςστεγαστικών δανείων. Παρά την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, η Ελλάδα κατατάσσεται στη δυσμενέστερη θέση μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης(ΕΕ) σε ό,τι αφορά το κόστος στέγασης. Πιο συγκεκριμένα, το κόστος στέγασης ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε 34,2% με βάση τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία για το 2022, έναντι 19,9% κατά μέσο όρο για τις χώρες της ΕΕ.Ομοίως, το 26,4% του πληθυσμού στην Ελλάδα ζει σε νοικοκυριά για τα οποία το κόστος στέγασης υπερβαίνει το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους (overburdenrate),όταν το αντίστοιχο ποσοστό στη ζώνη του ευρώ διαμορφώθηκε στο 9,4%. Επιπρόσθετα, υψηλότερο από όλες τις χώρες και σχεδόν πενταπλάσιο του μέσου ευρωπαϊκού όρου ήταν για την Ελλάδα το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε νοικοκυριά με οφειλές δανείου, ενοικίου, λογαριασμών ενέργειας κ.λπ. (Ελλάδα: 45,5%, ΕΕ: 9,2%).

Τέσσερις κυρίως λόγοι μπορούν, έως ένα βαθμό, να ερμηνεύσουν το δυσανάλογα υψηλό κόστος στέγασης για τα ελληνικά νοικοκυριά.

Πρώτον, η σχετικά δυσμενήςθέση της Ελλάδας από πλευράς κόστους στέγασης των νοικοκυριών επηρεάζεται πρωτίστως από το χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ.Πράγματι, καθώς το μέσο διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών είναι περίπου το 68% του μέσου διαθέσιμου εισοδήματος για το σύνολο των νοικοκυριών της ΕΕ (σε μονάδες ισοδύναμης αγοραστικής δύναμης), η διαφορά αυτή μπορεί από μόνη της να ερμηνεύσει περίπου το 1/3 από τη διαφορά που καταγράφεται στους δείκτες κόστους στέγασης μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ.

Δεύτερον, η ολιγοπωλιακή δομή της ελληνικής αγοράς των ενεργειακών προϊόντων και η έλλειψη ανταγωνισμού δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για υψηλότερες τιμές στα ενλόγω προϊόντα για τα ελληνικά νοικοκυριά. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι τιμές της ενέργειας βρίσκεται στην Ελλάδα στις υψηλότερες θέσεις μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Επιπλέον, η σύνθεση των δαπανών των νοικοκυριών για ενεργειακά προϊόντα συνηγορεί σε υψηλότερο κόστος στέγασης για την Ελλάδα. Πράγματι,τα ελληνικά νοικοκυριά δαπανούν για πετρέλαιο θέρμανσης το 12% των συνολικών δαπανών τους για στέγαση έναντι 2% στην ΕΕ, ενώ δαπανούν γιατο σχετικά φτηνότερο φυσικό αέριο το 3% των στεγαστικών τους δαπανών έναντι 11% στην ΕΕ.

Τρίτον,καθώς το κόστος στέγασης περιλαμβάνει και τις δόσεις των στεγαστικών δανείων για τους ιδιοκτήτες κατοικίας που αποκτήθηκε με δάνειο, τα υψηλότερα επιτόκια στεγαστικής πίστης που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά νοικοκυριά συμβάλλουν από την πλευρά τους στο υψηλότερο κόστος στέγασης σε σύγκριση με τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά.

Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότιη έλλειψη μιας κουλτούρας που θα ευνοούσε την κοινή χρήση κατοικίας κυρίως για τους νέους, επιβαρύνει το κόστος στέγασης για τα ελληνικά νοικοκυριά, ενώ η απουσία κοινωνικής κατοικίας στην περίπτωση της Ελλάδας δικαιολογεί επίσης ένα σημαντικό μέρος του υψηλού κόστους στέγασης για τα ελληνικά νοικοκυριά και κυρίως τα πιο ευάλωτα από αυτά.

* Οικονομολόγος, πρώην Υποδιοικητής της Τράπεζας Ελλάδος