Του Κώστα Παππά
Ο πραγματικός πονοκέφαλος της κυβέρνησης δεν βρίσκεται πλέον στις εθνικές οδούς, αλλά στα γραφεία των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας στην περιφέρεια. Εκεί, όπου τα τηλέφωνα δεν σταματούν να χτυπούν και η κοινωνική δυσαρέσκεια δεν χωρά πια σε ευγενικές συστάσεις. Οι αγροτικές κινητοποιήσεις έχουν μετατραπεί σε πολιτική πίεση πρώτης γραμμής, φέρνοντας την Κοινοβουλευτική Ομάδα αντιμέτωπη με την ίδια της τη βάση.
Βουλευτές αγροτικών και ημιαστικών περιοχών περιγράφουν μια ασφυκτική κατάσταση. Αγρότες, συνεταιρισμοί και τοπικοί φορείς ζητούν απαντήσεις — όχι γενικές διαβεβαιώσεις. Η εικόνα του κυβερνητικού στελέχους που «κατανοεί το πρόβλημα» αλλά δεν μπορεί να προσφέρει λύση, έχει αρχίσει να φθείρεται επικίνδυνα. Ο προβληματισμός στην ΚΟ δεν είναι ιδεολογικός· είναι καθαρά πολιτικός και, κυρίως, εκλογικός.
Πολλοί βουλευτές ομολογούν, έστω και χαμηλόφωνα, ότι αδυνατούν να υπερασπιστούν την κυβερνητική γραμμή στις περιφέρειές τους. Το κόστος παραγωγής, η ακρίβεια στο ρεύμα και τα καύσιμα, οι καθυστερήσεις στις αποζημιώσεις και η απουσία μακροπρόθεσμου σχεδίου για τον πρωτογενή τομέα μεταφράζονται σε ευθείες επιθέσεις προς τους ίδιους. «Τι να πούμε στους ανθρώπους;» είναι το ερώτημα που επανέρχεται στις εσωτερικές συζητήσεις.
Η κυβέρνηση, ωστόσο, μοιάζει να υποτιμά τη δυναμική αυτής της πίεσης. Οι πρωτοβουλίες που ανακοινώνονται δεν καλύπτουν το εύρος της αγανάκτησης, ενώ η επιμονή στη διαχείριση της εικόνας αφήνει εκτεθειμένους τους βουλευτές στην πρώτη γραμμή. Εκείνοι καλούνται να απορροφήσουν την οργή, χωρίς τα απαραίτητα πολιτικά «εργαλεία».
Αν το Μέγαρο Μαξίμου συνεχίσει να αντιμετωπίζει το ζήτημα με όρους επικοινωνίας και όχι ουσίας, ο εσωτερικός αναβρασμός στην ΚΟ της ΝΔ θα ενταθεί. Και τότε, η πίεση από τις εκλογικές περιφέρειες δεν θα είναι απλώς ενοχλητική — θα είναι καθοριστική. Γιατί η πολιτική αντοχή δεν μετριέται μόνο στις δημοσκοπήσεις, αλλά και στο χωράφι, στο καφενείο και στο εκλογικό αποτέλεσμα.




