Δευτέρα, 1 Σεπτεμβρίου, 2025

Top 5 άρθρα

Σχετικά άρθρα

Του Ευβοϊκού

Αύγουστος του 2025
Θεολόγος
Τάσος Βούτσας
Συγγραφέας

Α μα πόσο ωραία να ΄σαι μοναχός ,έχοντας προκάμει να χτίσεις ολοτριγύρω σου
,πέντε χούφτες απ’ ανθρώπους που αγαπάς και σ’ αγαπούν ,να γράφεις ολοένα
γράμματα στους αποχωρισμούς για να γιομίσουν.
Μα για εκείνους τους Αγαπημένους που φύγανε κι αναπαύονται κάτω από τα
ψηλά κυπαρίσσια. Κοιμητηρίου η οδός . Πρόκαμες και φύτεψες μια ελιά στο
προσκεφάλι της Μητέρας να της κρατεί βαθιά κι αιώνια συντροφιά .
Πόσα μπουκάλια να σύρεις ακόμα στ’ αγριεμένα ρεύματα του Ευβοϊκού, γιομάτα
μηνύματα, σα δε τα λαμβάνει κανένας. Έξη ώρες πάνω , έξη ώρες κάτω να τα
θωρείς στον αφρό . Κανένας δεν τα πήρε. Ωστόσο τα ονόματα γραμμένα με
ανεξίτηλο μελάνι που δεν σβήνει.
Αντιμάχεσαι τη πλήξη των ανθρώπων που μιλάνε μονάχα για τη δική τους
ταχτοποιημένη ζωή ,ενόσω μαχαιρώνονται καθημερνά γυναίκες , μανάδες ,παιδιά
και τα ορφανά κρατούν σφιχτά στην αγκαλιά τους ένα τσιγκάκι παρεχτός για
λίγο αλεύρι ,αλάτι και νερό ,σφαίρες κατάστηθα.
Στα χαλάσματα περπατούνε σκελετωμένα κορμιά, ολοτριγύρω ερημιά. Δε
φεύγουν. Τους είναι αρκετό ένα αγκωνάρι που απόμεινε, δυο τρία κατσαρόλια
ένα ξεσκισμένο στρώμα και αγκαλιά φωτογραφίες των αγαπημένων που ακόμα
άθαφτοι κάτω από τα συντρίμμια αφήνουν μια μυρουδιά πτωμαΐνης .
Ωστόσο τους είναι αρκετό να φαντάζονται σε ποια κάμαρη τους βρήκαν οι
μπομπάρδες από τα κανόνια .
Την ώρα που μέσα στα γραφεία τους, οι καλαμαράδες , όλοι του κόσμου οι
ισχυροί διαφεντεύουν τη μαύρη μοίρα τους . Ελπίδα δεν υπάρχει. Απομένει η
πίστη στο δικό τους θεό. Σ αυτόν προσευχόμαστε λένε, μα απόκριση καμιά .
Σε μια σκουριασμένη βρύση μια λυγερόκορμη κόρη ,γδυμνή πασχίζει να βγάλει
τη βρωμιά που απολείπει ο πόλεμος .Δεν έχει νόημα να του δώσεις όνομα και
χρώμα .
Οι δρόμοι αδιάβατοι πια ,οι άνθρωποι δεν ερωτεύονται, δε φιλιούνται παρεχτός
αγκαλιασμένοι εύχονται η ώρα τ αφανισμού να μην αργήσει .
Κρίμα μα, πόσο κρίμα, μπαμπέση κόσμε να κυβερνιέσαι από άφρονες .
Ότι αυτοί δεν αφουγκράζονται ποτές τις φωνές των αγγέλων.
Οι άγγελοι γυροφέρνουν πάνω από τα κεφάλια των δυστυχισμένων όλου του
κόσμου
που μονάχα ελπίζουν τη θέση που τους ανήκει στον ιδεατό τους Παράδεισο.
Ααα όχι!

Σίγουρα έτσι εκείνοι δε φοβούνται πια, επειδής σ όσες κοπέλες απόμειναν
φεγγίζει ένα χτενάκι στα μαλλιά τους .
Ξοπίσω τους σούρνεται ένας κουρνιαχτός από το μέγα συρφετό πολλών
αλαλιασμένων από το φόβο γερόντων ,σκούζοντας: «Ιδού έρχεται ο Αβαδών. Ιδού
έρχεται ο Απολλύων». Έτσι μίλησε προφητικά ο Ιωάννης στην Αποκάλυψη
λέγοντας ακόμη «Σάλπισε κι ο πέμπτος άγγελος κι είδα ένα αστέρι να πέφτει από
τον ουρανό στη γη και του δόθηκε το κλειδί του πηγαδιού που οδηγεί στην
Άβυσσο».
Ωστόσο μια στρατιά ανθρώπων, όσοι ακόμη απόμειναν ολόρθοι, βαδίζουν
μακριά από τη δική τους θάλασσα, κατά κει που τους οδηγάει μια ουράνια
μουσική.
Δεν έχει νόημα όπου και να πάει κανείς σαν δεν έχει το αστέρι του. Είναι
ξοδεμένος ο ουρανός, άδεια τα ισχνά σώματα τους, με μωρά που κλαίνε, ενόσω το
βυζί της μάνας στάζει αίμα αντίς για γάλα .
Το φεγγάρι σηκώθηκε κατακόκκινο, μέσα στον Αύγουστο, ελπίδα δεν υπάρχει
πια για τίποτα.
Όλοι αυτοί πασπαλισμένοι από σκόνη αιώνων, απλά ονόματα αναρτημένα,
ελπίζουνε να νοιώσουν τη δροσιά των τάφων τους.
Ελπίδα δεν υπάρχει πια για αυτούς!
Όλοι οι άλλοι, εμείς, ο καθένας μας ετοιμάζουμε το άλλοθι μας !