Δευτέρα, 24 Νοεμβρίου, 2025

Top 5 άρθρα

Σχετικά άρθρα

Το “εξομολογητήριο” του Τσίπρα…

 

Του Σάββα Παυλίδη

Η κυκλοφορία του βιβλίου του Αλέξη Τσίπρα, που είδε σήμερα το φως της δημοσιότητας, επαναφέρει με τρόπο απροσδόκητο στο επίκεντρο μια περίοδο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας που η κοινωνία θεωρούσε πως είχε αφήσει πίσω της.

Το βιβλίο επικεντρώνεται κυρίως στα γεγονότα της τετραετίας 2015-2019, μια περίοδος ήδη εξαντλητικά συζητημένη, πολιτικά και δημόσια. Ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός έχει τοποθετηθεί για αυτήν τόσο κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του όσο και ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη συνέχεια. Τίποτα από αυτά, ωστόσο, δεν φαίνεται να τον εμπόδισε από το να επανέλθει αναλυτικά σε μια εποχή που, αν μη τι άλλο, η κοινωνία έκρινε αυστηρά και αποφασιστικά στην κάλπη.

Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει είναι ένα: Γιατί τώρα; Γιατί ένας πολιτικός που θεωρεί εαυτόν ενεργό και που φλερτάρει με την ιδέα δημιουργίας νέου κόμματος επιλέγει να κάνει αναδρομή σε ένα κεφάλαιο που πολιτικά έχει κλείσει; Η αναδρομή, με βάση τη λογική και την πολιτική εμπειρία, γίνεται όταν κάτι έχει τελειώσει οριστικά. Ο Τσίπρας παρουσιάζει την περίοδο 2015-2019 σαν μια εκκρεμότητα που ζητά ηθική και πολιτική αποκατάσταση, κάτι σαν προσωπική εξομολόγηση. Όμως, η εξομολόγηση δεν είναι πολιτική στρατηγική. Είναι παραδοχή αδυναμίας. Και όταν ο ίδιος αισθάνεται την ανάγκη να απολογηθεί εκ νέου για τα πεπραγμένα εκείνων των ετών, αφήνει να εννοηθεί πως τα θεωρεί ακόμα ανοιχτές πληγές, ή έστω ζητήματα που εξακολουθούν να βαραίνουν την πορεία του.

Το εκλογικό σώμα, από την πλευρά του, έχει δώσει τις απαντήσεις του. Ο Αλέξης Τσίπρας κρίθηκε τρεις φορές μετά το 2015. Στις Ευρωεκλογές του 2019, στις Εθνικές Εκλογές του ίδιου έτους, και στις διπλές κάλπες του 2023. Κάθε ήττα ήταν πιο βαριά από την προηγούμενη. Η κοινωνία δεν άφησε περιθώρια παρερμηνειών, ούτε για το πώς αντιλαμβάνεται εκείνη τη διακυβέρνηση, ούτε για το πώς αξιολογεί τις πολιτικές του επιλογές.

Αν ισχύει, λοιπόν, ότι ο πρώην πρωθυπουργός προετοιμάζεται για την ίδρυση ενός νέου πολιτικού φορέα, το βιβλίο αυτό λειτουργεί αντιστρόφως. Αντί να απομακρύνει τη νέα προσπάθεια από το παρελθόν, το επαναφέρει επιτακτικά στη μνήμη των ψηφοφόρων. Πώς μπορεί ένα νέο κόμμα να πείσει ότι αποτελεί κάτι ριζικά διαφορετικό, όταν το πρώτο πράγμα που προσφέρει στον δημόσιο διάλογο είναι η αναβίωση μιας εποχής που η πλειοψηφία θα προτιμούσε να ξεχάσει; Πώς μπορεί να διεκδικήσει κεντρώους, αποστασιοποιημένους ή αναποφάσιστους ψηφοφόρους όταν εγείρει συνειρμούς που τους απωθούν;

Αυτό που προκαλεί ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι πως η όλη συζήτηση ευνοεί, πολιτικά και επικοινωνιακά, τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία. Η πολιτική ατζέντα των τελευταίων ημερών έχει μετατοπιστεί από την κυβερνητική καθημερινότητα και τα επίκαιρα ζητήματα – ακρίβεια, αναξιόπιστη δικαιοσύνη, σκάνδαλα – προς την εσωτερική αναμέτρηση Τσίπρα με το παρελθόν του. Αντί η κυβέρνηση να πιέζεται από την κοινωνία και την αντιπολίτευση, βλέπει ένα μεγάλο κομμάτι του δημόσιου διαλόγου να καταναλώνεται από τη συζήτηση γύρω από την περίοδο 2015-2019. Μια περίοδο που, υπενθυμίζεται, λειτούργησε ως καταλύτης για δύο διαδοχικές αυτοδυναμίες της ΝΔ και για έναν κατακερματισμό του αντιπολιτευτικού χώρου που μέχρι σήμερα δεν έχει θεραπευτεί.

Ενδεχομένως ο Αλέξης Τσίπρας πίστεψε ότι η αφήγηση αυτής της περιόδου θα τον απελευθέρωνε πολιτικά, ότι θα έκλεινε παλιούς λογαριασμούς με δικούς του όρους. Όμως το αποτέλεσμα μοιάζει να είναι το αντίθετο: ξανανοίγει μια συζήτηση για λάθη, αντιφάσεις και παλινωδίες που οι πολίτες έχουν ήδη αξιολογήσει. Στη δημόσια πολιτική σφαίρα, η ανάσυρση ενός «αμαρτωλού» παρελθόντος – όπως το αντιμετωπίζει και ο ίδιος – δύσκολα λειτουργεί λυτρωτικά. Συνήθως λειτουργεί ως υπενθύμιση.