Είναι η πέμπτη σύνοδος της G7 με εκπροσώπηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από την Πρόεδρο Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν και η πρώτη με την παρουσία του Αντόνιο Κόστα, ως Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αυτή που πραγματοποιείται από την Κυριακή 15 Ιουνίου έως την Τρίτη 17 Ιουνίου στο Κανάνασκις της Αλμπέρτα, στον Καναδά.
Όπως σε κάθε συνάντηση των ηγετών που μετέχουν στη G7 οι συζητήσεις αναμένεται να έχουν υψηλή προστιθέμενη αξία στα μεγάλα οικουμενικά ζητήματα, καθώς οι ηγέτες προσπαθούν δια ζώσης να πείσουν αλλήλους να υιοθετήσουν κοινές θέσεις, με βάση και τις δικές τους προτάσεις.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση εισέρχεται με ένα σαφές σύνολο στόχων, που αντικατοπτρίζει τις προτεραιότητές της στην παγκόσμια σκηνή, αποσκοπώντας να ενισχύσει τη σημασία ενός ανθεκτικού παγκόσμιου εμπορικού συστήματος, κρίσιμου για την οικονομική σταθερότητα και ανάπτυξη.
Οι επικείμενες συζητήσεις θα επικεντρωθούν στις παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές, τονίζοντας την ανθεκτικότητα στις αλυσίδες εφοδιασμού και την οικονομική ασφάλεια. Για την ΕΕ, είναι ζωτικής σημασίας η καθορισμός κοινών θέσεων σχετικά με τις εμπορικές πρακτικές μεταξύ των μελών G7, αντιμετωπίζοντας ιδιαίτερα τις ανησυχίες σχετικά με τις μη αγοραίες οικονομίες και τις επιθετικές εμπορικές πρακτικές. Οι αναμενόμενες παρεμβάσεις από επιδραστικούς ηγέτες, όπως ο Πρόεδρος των ΗΠΑ και ο Γερμανός Καγκελάριος, θα καθορίσουν τον τόνο αυτών των οικονομικών συζητήσεων.
Ενεργειακή ασφάλεια και δράση για το κλίμα
Η ενεργειακή ασφάλεια θα είναι ένα άλλο σημαντικό θέμα, ειδικά δεδομένων των συνεχιζόμενων ενεργειακών μεταβάσεων και των επιπτώσεων των αγοραίων διακυμάνσεων. Η ΕΕ επιδιώκει να εμπλέξει τους εταίρους της σε ζητήματα όπως τα κρίσιμα ορυκτά που είναι απαραίτητα για τις ανανεώσιμες τεχνολογίες και τα ηλεκτρικά οχήματα. Αυτές οι συζητήσεις θα ευθυγραμμιστούν επίσης με τις ευρύτερες προσπαθήσεις για δράση κατά της κλιματικής αλλαγής και βιώσιμες πρακτικές, ένας τομέας όπου η ΕΕ έχει διαρκώς δώσει προτεραιότητα στην ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ των κρατών-μελών.
Αντιμετώπιση γεωπολιτικών εντάσεων
Οι ηγέτες θα εστιάσουν σε τρία μέτωπα συρράξεων. Στην Ουκρανία, στη Μέση Ανατολή και στην κατάσταση στην Ανατολική Ασία.
Έναντι των αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων, η στάση της ΕΕ σχετικά με την Ουκρανία παραμένει ένα κεντρικό σημείο. Οι Βρυξέλλες αναμένουν συνεχιζόμενη στήριξη από τους ηγέτες του G7 προς την Ουκρανία, προάγοντας τον διάλογο σχετικά με τη στρατιωτική και ανθρωπιστική βοήθεια. Επιπλέον, η ΕΕ επιδιώκει τη διατήρηση συντονισμένων κυρώσεων κατά της Ρωσίας, τονίζοντας την ανάγκη για μια ενιαία προσέγγιση προκειμένου να ασκηθεί πίεση στη Μόσχα και να υποστηριχθεί μια διαδικασία ειρήνης.
Σύμφωνα, με ευρωπαϊκές πηγές, αυτή η ευθυγράμμιση είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της διεθνούς τάξης και την αντιμετώπιση των προκλήσεων ασφαλείας που προκύπτουν από την ρωσική επιθετικότητα.
Η Κομισιόν εκτιμά ότι σύντομα θα εγκριθούν οι προτάσεις για ένα 18ο πακέτο μέτρων κυρώσεων, προκαλώντας μεγαλύτερη πίεση στη Ρωσία, αλλά ο φόβος αύξησης των τιμών του πετρελαίου μετά την ισραηλινή επίθεση κατά του Ιράν φαίνεται πως αρχίζει να επηρεάζει τον πολιτικό διάλογο. Μάλιστα, αναλυτές της Κομισιόν, εκτιμούν ότι σε περίοδο κρίσης με πετρέλαιο-παραγωγές χώρες θα είναι δύσκολο να υπάρξουν μειωμένες ή ευνοϊκές τιμές στο πετρέλαιο από τις ΗΠΑ.
Ο ενωσιακός στόχος είναι να περιοριστούν στο ελάχιστο τα έσοδα από το πετρέλαιο για τη Ρωσία, και για την επίτευξή του οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι θα επιμείνουν στην προσπάθεια συντονισμένης διεθνούς απομόνωσης της Μόσχας, ώστε το Κρεμλίνο να οδηγηθεί σε ειρηνευτικές συνομιλίες με μειωμένη ισχύ.
Ωστόσο, οι ενωσιακές προθέσεις δεν δίνουν άμεσες λύσεις. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δεν “βλέπουν” δυνατότητα προώθησης μιας ειρηνευτικής διαδικασίας με τη Ρωσία σε αυτή τη συγκυρίας και ευθυγραμμισμένη με το Κίεβο θεωρεί ότι όσο η Ρωσία δεν αποδέχεται παύση εχθροπραξιών δεν μπορεί να προχωρήσει καμία ουσιαστική διαπραγμάτευση.
Παράλληλα με τις συζητήσεις για την Ουκρανία, η ΕΕ είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες πολυπλοκότητες στη Μέση Ανατολή. Οι πρόσφατες εντάσεις αναδύουν τη διασυνδεδεμένη φύση των παγκόσμιων ζητημάτων ασφάλειας, όπου οι κρίσεις σε μια περιοχή μπορούν να αποδυναμώσουν άλλες.
Η ΕΕ στοχεύει να προωθήσει διπλωματικές λύσεις και αποκλιμάκωση, επαναλαμβάνοντας ότι η σταθερότητα στη Μέση Ανατολή εξυπηρετεί τα παγκόσμια συμφέροντα ασφαλείας, περιλαμβανομένων αυτών της ΕΕ.
Η ευρωπαϊκή πλευρά παραμένει σταθερή στο τρίπτυχο: έκκληση για αποκλιμάκωση, όχι πυρηνικά στο Ιράν, λύση μέσω διπλωματίας.
Στο επίκεντρο και οι αναδυόμενες τεχνολογίες
Η σύνοδος του G7 αναμένεται να τονίσει τον κρίσιμο ρόλο των αναδυόμενων τεχνολογιών, ιδίως της τεχνητής νοημοσύνης (AI) και των κβαντικών τεχνολογιών.
Η ΕΕ αποσκοπεί να ηγηθεί των συζητήσεων γύρω από τις ηθικές κατευθυντήριες γραμμές και τα πλαίσια που διέπουν αυτές τις τεχνολογίες, διασφαλίζοντας ότι θα συμβάλλουν θετικά στην κοινωνία ενώ προστατεύουν τις δημοκρατικές αξίες.
Με τις αναδυόμενες τεχνολογίες να προσφέρουν τόσο ευκαιρίες όσο και κινδύνους, ο ρόλος της ΕΕ στη μορφοποίηση αυτής της συζήτησης είναι ουσιώδης για τη συλλογική μελλοντική ανταγωνιστικότητα και ασφάλεια.
Συνάντηση ηγετών που εκπροσωπούν 3,2 δισεκατομμύρια πολίτες
Η εστίαση στις ανοικτές συζητήσεις μεταξύ των ηγετών ενθαρρύνει την εξερεύνηση κοινών συμφερόντων εν μέσω αποκλινουσών συμφερόντων. Ενώ η πιθανότητα για αυτόνομες δηλώσεις είναι πιθανή, η έμφαση σε ειλικρινείς ανταλλαγές απόψεων θα είναι ζωτική για την διαμόρφωση μιας συνεκτικής απάντησης στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η παγκόσμια κοινότητα.
Στην 51η σύνοδο του G7 που θα πραγματοποιηθεί στο Κανάνασκις, υπό την Προεδρία του Καναδά θα συμμετέχουν ως μόνιμα μέλη του θεσμού οι ηγέτες Καναδά, Γαλλίας, Γερμανίας, Ιταλίας, Ιαπωνίας, Ηνωμένου Βασιλείου, Ηνωμένων Πολιτειών, και Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπροσωπείται από την Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, και τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα), και ως προσκεκλημένοι οι ηγέτες της Αυστραλίας, της Βραζιλίας, της Ινδίας, της Ινδονησίας, του Μεξικού, της Νότιας Κορέας, της Σαουδικής Αραβίας, της Νότιας Αφρικής, της Ουκρανίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Όλοι μαζί εκπροσωπούν περισσότερους από 3,2 δισεκατομμύρια πολίτες, που αναμένουν περισσότερες λύσεις και λιγότερες δηλώσεις.