Παναγιώτης Ι. Ηλιόπουλος
Πανεπιστημιακός, Συγγραφέας
Ο φιλελευθερισμός του Βρετανού φιλοσόφου του 19 ου αιώνα, John Stuart Mill, αφορμάται από δύο κεντρικές παραδοχές. Η πρώτη είναι πως αρχή της ανθρώπινης ζωής πρέπει να είναι η αρχή της ωφελιμότητας. Η δεύτερη είναι πως κάθε άτομο δικαιούται ελεύθερα να επιλέγει τις αντιλήψεις και τις ενέργειές του, με την προϋπόθεση να μην αποβαίνουν επιζήμιες για το κοινωνικό σύνολο. Διέπουσες δυνάμεις των ενεργειών του ανθρώπου, κατά τη θεωρία του Mill, είναι η τάση του για απόλαυση και για αποφυγή του πόνου. Σημασία, δε, έχει να προφυλάσσεται το άτομο γιατί ενώ, από τη μια, δεν έχει απαραίτητα ανάγκη των ευεργεσιών των άλλων, από την άλλη πάντοτε διατηρεί την εύλογη απαίτηση να μην βλάπτεται από εκείνους.
Σε αυτό το διαφαινόμενο πλέγμα ισότητας και δικαιοσύνης, κατά τον Mill, καταγράφεται η σύνδεση μεταξύ του ατομικού συμφέροντος και του συλλογικού συμφέροντος, μια αναγκαία «συνεταιρικότητα» μεταξύ των μελών, όπως την ονομάζει. Το να συνεργαζόμαστε ομαλά με τους άλλους ώστε να παράγουμε τη μέγιστη δυνατή ωφέλεια δεν αποτελεί απότοκον μιας ιδεαλιστικής διάθεσης ή ενός αισθήματος καθήκοντος όσο μιας ρεαλιστικής, αμοιβαίας αντίληψης για την κοινωνική συμβίωση και την πολιτική ζωή. Σε έναν κόσμο αντιθέσεων, εκείνο που η πολιτεία οφείλει να ενθαρρύνει και να προωθεί είναι άτομα τα οποία παραμένουν ικανά, ισχυρά και νοήμονα ώστε να συνεργούν. Ο Mill επιμένει ότι οι δημοκρατικές και φιλελεύθερες κυβερνήσεις θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην εκπαίδευση για να καλλιεργήσουν ενημερωμένους συμμετέχοντες, ικανούς να συμβάλουν
σημαντικά στον πολιτικό διάλογο και την πρόοδο της κοινωνίας.
Το κύριο πρόταγμα της εν λόγω θεωρίας είναι πως δίχως την προάσπιση της ατομικής
ελευθερίας, ουδέποτε θα είναι δυνατή η ευημερία της πολιτείας. Ο J. S. Mill αναγνωρίζει ότι σε μια δημοκρατική κοινωνία, όπου πολλές φωνές έχουν πρόσβαση ώστε να εμπλακούν στον πολιτικό διάλογο, βελτιώνεται η δυνατότητα για συλλογική σοφία. Η δημοκρατία διευκολύνει μια ισχυρή αγορά ιδεών, επιτρέποντας τον δυναμικό ανταγωνισμό σκέψεων και απόψεων, απαραίτητο για την ανακάλυψη της αλήθειας και την προώθηση της κοινωνικής προόδου. Στον ατομοκεντρικό φιλελευθερισμό του Βρετανού διανοητή, η ανθρώπινη πολυμορφία ευνοεί τη διεπίδραση μεταξύ των πολιτών, η οποία μεγιστοποιεί -όταν τα άτομα είναι ικανά- το πολιτικό αγαθό και την ευημερία. Τούτη η φιλοσοφική θέση, σε καμία περίπτωση, δεν περικλείει τον σημερινό άκαρπο και μη συνεργάσιμο δικαιωματισμό, ο οποίος διεκδικεί αλλά δεν συνδιαλέγεται.
Κεφαλαιώδες ζήτημα, στο συγκεκριμένο περίγραμμα, είναι ο περιορισμός του κράτους, η μείωση της εξουσίας του, καθώς και κάθε άλλης εξουσιαστικής αρχής, όπως της κοινής γνώμης, η οποία μέσω της εξουσίας που ασκεί στο άτομο εντέλει καταπνίγει τη διαφορά. Εκείνο που ο Mill αποκαλεί «τυραννία της πλειοψηφίας» είναι η αληθινή αιτία, ακολουθώντας την ασφυκτική άσκηση επιρροής ενός πλεονάζοντος κράτους, για την κατάπνιξη της πρωτοπορίας και της ανάπτυξης. Η επίλυση αυτού του προβλήματος δεν μπορεί να προέλθει από την κοινωνική αδιαφορία, καθώς το σύνολο εξακολουθεί να έχει τοδικαίωμα να αυτοπροστατεύεται- παραδοχή που σημαίνει πως δεν παύει να είναι σε επιφυλακή παρά τις ελευθερίες τις οποίες επιτρέπει σε όλους. Οι παραλείψεις του ατόμου απέναντι στην κοινωνία το καθιστούν υπεύθυνο και δεν υπάρχει η δικαιολογία της άσκησης της δικής του ελευθερίας όταν η δράση του είναι ζημιογόνος για το όλον.
Σε αντίθετη περίπτωση ο Mill αναγνωρίζει τη δικαιοσύνη ως τον απαραίτητο νόμιμο εξαναγκασμό ώστε να διασφαλίζεται η κοινωνική ωφέλεια. Ωστόσο είναι μείζον το άτομο να μη χάνεται μέσα στο πλήθος και να μην υποτάσσεται στο κοινό αίσθημα ή την κοινή γνώμη. Η κοινωνία εξομοιώνει με έναν τέτοιο τρόπο που δεν χάνεται μόνο η ελευθερία του λόγου και της δράσης αλλά και η πρωτοτυπία ή ακόμα και η δυνατότητα της εκπλήρωσης των ατομικών προσδοκιών (οι οποίες δεν πρέπει να εκλαμβάνονται αποκλειστικά ως οικονομικές). Ένα πραγματικά φιλελεύθερο κράτος οφείλει να εφαρμόζει τα παραπάνω και να επιτρέπει στα άτομα να επιδιώκουν τους σκοπούς τους. Η διακυβέρνηση πρέπει, υπό αυτή τη θεώρηση, να αντανακλά όχι μόνο τις επιθυμίες της πλειοψηφίας, αλλά κυρίως μια
ηθική δέσμευση για την ευδαιμονία όλων των ανθρώπων. Ο Mill παρατηρεί χαρακτηριστικά πως ακόμη και η καλύτερη κυβέρνηση δεν έχει δικαίωμα μεγαλύτερο στην απόλυτη εξουσία από εκείνο που θα είχε η χειρότερη κυβέρνηση. Στο περίφημο Περί Ελευθερίας σύγγραμμά του καταγράφει καταληκτικά: «ένα κράτος που μικραίνει τους ανθρώπους του ούτως ώστε να γίνουν πειθήνια όργανα στα χέρια του -ακόμα και για επωφελείς σκοπούς-, θα διαπιστώσει ότι με ανθρωπάκια δεν μπορεί ποτέ να επιτευχθεί τίποτα σπουδαίο, καθώς και ότι η τελειοποίηση του μηχανισμού, στον βωμό της οποίας έχει θυσιάσει τα πάντα, στο τέλος δεν θα αποφέρει τίποτα καλό διότι θα λείπει η ζωτική δύναμη, την οποία προτίμησε να απαγορεύσει, προκειμένου να λειτουργεί πιο ομαλά ως μηχανισμός».
Στη μεταπολιτευτική ελληνική επικράτεια κυριαρχεί η απώλεια της ζωτικής δύναμης
που περιγράφει ο Mill- με άλλα λόγια, υπερισχύει η πολιτική ακηδία και η αυτοεγκατάλειψη στο μοιραίον της πολιτικής απραξίας. Το κράτος δεν ενεργεί όπως θα επιθυμούσαν οι πολίτες, για τον λόγο ότι χρόνια υποφέρει από τις ίδιες επαναλαμβανόμενες παθογένειες ενώ ταυτόχρονα η διακηρυσσόμενη φιλελεύθερη πολιτική δεν έχει βάθος, είναι ασαφής και ρηχή. Ως ακολούθως, την ελευθερία, την οποία προτείνει ο Mill, δεν θα πρέπει να τη συγχέουμε με την ελευθεριότητα της διαφθοράς, αφού η διαφθορά είναι μια κατ’ επίφασιν και νοσηρή, όχι μια πραγματική, ελευθερία που προάγει το ενεργείν. Στη χώρα μας, το άτομο συστέλλεται
και υποχωρεί, παρά την άνθιση του (φαινομενικά ατομοκεντρικού) καταναλωτισμού.
Μαστίζεται από τα δεινά της παρουσίας ενός εξακολουθητικά παντοδύναμου κράτους στις καθημερινές υποθέσεις των ανθρώπων (το οποίο όμως παραμένει νωθρό στην επίλυση προβλημάτων, όπως κι ανίσχυρο και ισχνό στην αποτελεσματικότητά του), μαζί με τον ολοένα αυξανόμενο κυνισμό και πεσιμισμό των πολιτών οι οποίοι προτιμούν προχείρως να αυτοδιασώζονται και πολιτικά να αδιαφορούν παρά να δρουν εντός ενός ευρύτερου και συντεταγμένου κοινωνικού περιγράμματος. Ο Βρετανός φιλόσοφος κατανοεί πως για να υπάρξει ένα εύρωστο, σύγχρονο κι αποτελεσματικό κράτος, θα πρέπει να είναι αναλόγως υψηλή η αξία των ανθρώπων που το αποτελούν και πως τούτο αποτελεί κυρίαρχο και πρόδηλο σκοπό ενός φιλελεύθερου κράτους.
Στη χώρα μας, η διαρκής κακή διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων, το εσωτερικό brain drain, δηλονότι η αποστράγγιση των καλύτερων διανοητικών και παραγωγικών δυνάμεων, δεν αποδεσμεύει τα απαιτούμενα περιθώρια αποτελεσματικότητας και ελευθερίας είτε στο επιχειρείν είτε στον χώρο του πνεύματος. Η συνεχόμενη διαφθορά και η κατάπτωση των πολιτικών ηθών δεν επιτρέπει στην πράξη τον φιλελευθερισμό, τουλάχιστον όχι εκείνον τον οποίο υποστηρίζει μετά επιτάσεως ο Mill, έναν φιλελευθερισμό που ως πρώτιστα προτάσσει την αυτοδυναμία των ατόμων και την ελεύθερη και ισότιμη δράση τους εντός ενός αδιάφθορου και δικαίου πολιτικού και κοινωνικού πλαισίου.