Γιώργος Βάμβουκας-Καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (πρώην ΑΣΟΕΕ)

Το ΑΕΠ μιας χώρας παράγεται σε τρεις τομείς οικονομικής δραστηριότητας. Ο πρώτοςτομέας είναι ο Αγροτικός, ο οποίος περιλαμβάνει τη γεωργία, την κτηνοτροφία, την αλιείακαι την δασοπονία. Ο δεύτερος τομέας αντιπροσωπεύει τη Βιομηχανία στα πλαίσια της οποίας δραστηριοποιούνται επιχειρήσεις από τους κλάδους της μεταποίησης, των ορυχείων, της ενέργειας, της ύδρευσης, κ.ο.κ. Στον τριτογενή τομέα των υπηρεσιών
δρουν επιχειρήσεις από αρκετούς οικονομικούς κλάδους, όπως τουρισμός, ναυτιλία, τράπεζες, υγεία, παιδεία, μεταφορές, λιανικό και χονδρικό εμπόριο, εστίαση, κ.ο.κ.
Περίοδος 1950-1980
Την περίοδο 1950-1980, ο μέσος ετήσιος αναπτυξιακός ρυθμός της Ελλάδας ανήλθε στο εντυπωσιακό ποσοστό του 5,9%. Δηλαδή, αυτή την μακρά τριακονταετή περίοδο, το
πραγματικό ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) της Ελλάδας αυξανόταν κατά μέσο όρο κάθε χρόνο 5,9%. Σύμφωνα με τις βάσεις δεδομένων των μεγαλύτερων διεθνών οργανισμών παραγωγής πρωτογενών στατιστικών στοιχείων, όπως είναι το ΔΝΤ (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο), η Παγκόσμια Τράπεζα και ο ΟΟΣΑ (ΟργανισμόςΟικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης), την περίοδο 1950-1980 η Ελλάδα πέτυχε την μεγαλύτερη αναπτυξιακή επίδοση συγκριτικά με την οποιαδήποτε άλλη χώρα της
Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).
Τα στοιχεία των πινάκων 1 και 2 καταδεικνύουν την θεαματική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κατά την περίοδο 1950-1980. Μια δυναμική αναπτυξιακή πορεία που οφείλεται στον υψηλό βαθμό ανταγωνιστικότητας του αγροτικού και κυρίως του βιομηχανικού τομέα. Την περίοδο αυτή, ο αγροτικός με τον βιομηχανικό τομέα συντελούσαν κατά μέσο όρο στην παραγωγή περίπου του 47,5% του ΑΕΠ της Ελλάδας.
Με βάση τα στοιχεία του πίνακα 2, η συμμετοχή της βιομηχανίας στην παραγωγή του ΑΕΠ από 20,2% το 1950 εξακοντίστηκε στο 32,5% το 1980. Από την άλλη μεριά, η συμβολή του αγροτικού τομέα στην παραγωγή του ΑΕΠ από 27,8% το 1950 μπορεί να έπεσε στο 14,5% το 1980, αλλά οι κλάδοι της γεωργίας, της κτηνοτροφίας, κ.ο.κ.,
εξακολουθούσαν να έχουν αδιαμφισβήτητη συνεισφορά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Την περίοδο 1950-1980, ο τομέας των υπηρεσιών από 52% αύξησε το ποσοστό
συμμετοχής του στην παραγωγή του ΑΕΠ μόλις σε 53%. Αυτή η ζωτικής σημασίας
στατιστική διαπίστωση καταδεικνύει, ότι, η εντυπωσιακή αναπτυξιακή εκτίναξη της
Ελλάδας κατά την περίοδο 1950-1980 είχε δύο στυλοβάτες, τον αγροτικό και κυρίως τον βιομηχανικό τομέα. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πρωτογενής με τον δευτερογενή τομέα συνθέτουν την παραγωγική βάση της οικονομίας, συνάγεται ότι το διάστημα 1950-1980
αυτοί οι δύο τομείς αποτέλεσαν την κινητήρια δύναμη της ελληνικής οικονομίας.
Περίοδος 1980-2024
Αντιθέτως, την περίοδο 1980-2024 η ελληνική οικονομία πέτυχε μέσο ετήσιο
αναπτυξιακό ρυθμό μόλις 0,9%, που θεωρείται η χαμηλότερη αναπτυξιακή επίδοση συγκριτικά με την οποιαδήποτε χώρα όχι μόνο της ΕΕ αλλά και της υφηλίου. Tο φλέγον ερώτημα είναι: Γιατί μετά το 1980 το σκηνικό της εγχώριας οικονομίας άλλαξε ριζικά, με δραματική συνέπεια τον διαχρονικό αφανισμό του αγροτικού τομέα και την σταδιακή
συρρίκνωση της ελληνικής βιομηχανίας; Με γνώμονα τα στοιχεία των πινάκων 1 και 2, την περίοδο 1980-2024, το ποσοστό συμμετοχής του αγροτικού τομέα στην παραγωγή του ΑΕΠ από 14,5% ελαττώθηκε σε 3,6%. Ο αγροτικός τομέας αργοπεθαίνει.
Ταυτόχρονα, το μερίδιο της βιομηχανίας στην παραγωγή του ΑΕΠ από 32,5% το 1980 κατρακύλησε στο 18% το 2024. Αν στο βιομηχανικό προϊόν δεν συνυπολογιστούν οι «κατασκευές», προκύπτει ότι το 2024 ο αμιγής βιομηχανικός τομέας (μεταποίηση,
ορυχεία, λατομεία, ενέργεια και ύδρευση) συνετέλεσε στην παραγωγή μόλις του 15,7% του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας.
Τα εθνικολογιστικά στοιχεία είναι απογοητευτικά και εκπέμπουν σήματα κινδύνου για τις προοπτικές της εθνικής μας οικονομίας. Το τραγικό γεγονός ότι την περίοδο 1980-2024 ο αγροτικός και ο βιομηχανικός τομέας από 47% έφτασαν στο σημείο να παράγουν μόλις το 21,6% του ΑΕΠ της Ελλάδας, αντικατοπτρίζει με τα μελανότερα χρώματα την καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Κατά την περίοδο αυτή, ο τριτογενής τομέας των υπηρεσιών από 53% αύξησε το ποσοστό συμμετοχής του στην παραγωγή του ΑΕΠ σε 78,4%, πιστοποιώντας έτσι την αδιαμφισβήτητη αποσύνθεση του παραγωγικού ιστού της εθνικής οικονομίας. Η καθίζηση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας της εθνικής μας οικονομίας μετά το 1980 εξελίσσονται σε συνθήκες διαφθοράς, διαπλοκής και αμοραλισμού του κομματικού
κυκλώματος κυβερνητικής εξουσίας.
Η παγκόσμια οικονομική ιστορία μας διδάσκει, ότι, οι χώρες που χαρακτηρίζονται για το υψηλό επίπεδο ανταγωνιστικότητας του οικονομικού τους συστήματος και την επίτευξη
αξιόλογων αναπτυξιακών επιδόσεων έχουν πανίσχυρο βιομηχανικό τομέα. Σε κράτη όπως Κίνα, Ρωσία, Ιαπωνία, Γερμανία, Νότια Κορέα, Ιρλανδία, Σιγκαπούρη, Σουηδία, Αυστραλία, Καναδάς, Μεξικό, Ινδονησία, Φιλιππίνες, κ.ο.κ., ο βιομηχανικός τομέας παράγει το 20%, το 25% ή ακόμα και το 30% του ΑΕΠ.
Αναπτυξιακό Όραμα
Ο αγροτικός τομέας της εθνικής μας οικονομίας αργοπεθαίνει. Αφανίζεται! Αξιοπρόσεκτο είναι ότι το 2024 το αγροτικό προϊόν σε σταθερές τιμές ήταν μόλις 7,2 δισεκ. ευρώ, δηλαδή χαμηλότερο κατά 12 δις ευρώ από το αγροτικό προϊόν του 1980. Οι εισαγωγές
ξένων αγροτικών προϊόντων έχουν πλημμυρίσει την ελληνική αγορά. Στα χρόνια της μεταπολίτευσης ουδέποτε υπήρξε ελπιδοφόρο αναπτυξιακό όραμα για την Πατρίδα.
Ανεπαρκή πολιτικά πρόσωπα και ιδιοτελείς θεσιθήρες της κρατικής-τραπεζικής εξουσίας, υπόσχονται στους πολίτες πρόοδο και ευημερία πουλώντας κουτόχορτο και φρούδες ελπίδες.
Αξιοπρόσεκτο είναι ότι ο αφανισμός του αγροτικού τομέα καθρεφτίζει το δημογραφικό δράμα που τα τελευταία χρόνια εκτυλίσσεται ανά την ελληνική επικράτεια. Η μείωση του ελληνικού πληθυσμού συντελείται σε συνθήκες ανεξέλεγκτης αύξησης του δημοσίου
χρέους, καταβαράθρωσης της ανταγωνιστικότητας της εθνικής οικονομίας και αχαλίνωτης διαφθοράς του πολιτικού συστήματος κυβερνητικής εξουσίας. Η τραγωδία των Τεμπών, η αυθαιρεσία του ΟΠΕΚΕΠΕ, κ.ο.κ., συγκλίνουν στο απεχθές συμπέρασμα
ότι η διαφθορά και η ασυδοσία αποτελούν τα κύρια ιδιώματα του σύγχρονου πολιτικοοικονομικού μας συστήματος.
Οι κατευθυντήριες γραμμές μιας εμπεριστατωμένης και τεκμηριωμένης περιφερειακής αναπτυξιακής πολιτικής θα πρέπει να επικεντρώνονται στον αγροτικό και τον βιομηχανικό τομέα. Η δραστική αντιμετώπιση του ακανθώδους δημογραφικού μας προβλήματος εξαρτάται άμεσα και καθοριστικά από την περιφερειακή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Το οποιοδήποτε πρόγραμμα αναπτυξιακής πολιτικής σε χρονικό
ορίζοντα δεκαπενταετίας π.χ. περίοδος 2026-2040, οφείλει να αποσκοπεί στην αύξηση του ποσοστού συμμετοχής του πρωτογενή και του δευτερογενή τομέα στην παραγωγή του ΑΕΠ αντίστοιχα τουλάχιστον σε 8% και 22%. Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα!
Πίνακας 1
ΑΕΠ της Ελλάδας-Προσέγγιση Παραγωγής (δισεκ. ευρώ)
| Οικονομικοί Τομείς (δισεκ. ευρώ) |
1950 |
1980 |
2024 |
| 1.Αγροτικός Τομέας
2. Βιομηχανικός Τομές
-εκ των οποίων κατασκευές
3. Τομέας Υπηρεσιών
Συνολικό ΑΕΠ (=1+2+3) |
6,53
4,75
1,71
12,22
23,50 |
19,2
43,1
8,4
70,2
132,5 |
7,2
36,0
4,5
156,8
200,0 |
Παρατηρήσεις: Τα μεγέθη του πίνακα απεικονίζουν την διάρθρωση του ΑΕΠ
(Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) της Ελλάδας. Το ΑΕΠ είναι σε σταθερές τιμές
(δισεκ ευρώ) και έχει υπολογιστεί με τη «μέθοδο της παραγωγής» ή «μέθοδο
της προστιθέμενης αξίας», έχοντας ως έτος βάσης το 2020. Τα στοιχεία
του πίνακα είναι αποτέλεσμα επεξεργασίας των εθνικολογιστικών στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ.
Πίνακας 2
Ποσοστιαία Συμβολή Τομέων στο ΑΕΠ της Ελλάδας
| Οικονομικοί Τομείς |
1950 |
1980 |
2024 |
| 1.Αγροτικός Τομέας
2. Βιομηχανικός Τομές
3. Τομέας Υπηρεσιών
Συνολικό ΑΕΠ (=1+2+3) |
27,8%
20,2
52,0
100,0 |
14,5%
32,5
53,0
100,0 |
3,6%
18,0
78,4
100,0 |
Παρατηρήσεις: Τα στοιχεία του πίνακα προέκυψαν από τον πίνακα 1 και
είναι σε ποσοστά (%). Απεικονίζουν τη συμμετοχή εκάστου τομέα
οικονομικής δραστηριότητας στην παραγωγή του ΑΕΠ της Ελλάδας.
Υ.Γ. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο μου, «Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ: Ο Επιφανέστερος Κυβερνήτης της Ελλάδας», Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Μπαρμπουνάκης, σελίδες 610.