(Βιβλιοκρισία)
Ιωάννης Χρ. Ιακωβίδης- Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου
Πανεπιστημίου, φιλόλογος, ιστορικός , πολιτικός επιστήμων και συγγραφέας
Εισαγωγή
Ο έγκριτος δημοσιογράφος, Κώστας Βενιζέλος είναι απόφοιτος του Πανεπιστημίου
του Βουκουρεστίου, στη Ρουμανία και προσφέρει τις υπηρεσίες του ως αρχισυντάκτης
στην κυπριακή εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος.
Ιδιαίτερα διαφωτιστικό και αποκαλυπτικό για την κυπριακή τραγωδία του 1974
είναι το βιβλίο του , «1974. Μυστικά και Αλήθειες», Λευκωσία: Ρίζες, 2024, με τον
κατατοπιστικό πρόλογο του Μιχάλη Ιγνατίου, σελ. 11-14, ο οποίος αναφέρει ,μεταξύ
άλλων: «Για τη μεγάλη προδοσία κατά της Κύπρου δεν τιμωρήθηκε κανένας στην
Ελλάδα. Η φυλάκιση του Νίκου Σαμψών στην Κύπρο ήταν στάχτη στα μάτια μας -ας
είμαστε ειλικρινείς. Ο Δημήτριος Ιωαννίδης πέθανε στη φυλακή και αυτό είναι μία
μεγάλη ικανοποίηση. Αλλά δεν έδρασε μόνος του. Μερικοί εξ αυτών που τον βοήθησαν
να υλοποιήσει το αμερικανικό σχέδιο αποτελούν μέρος της οικονομικής ελίτ. Αντί να
σκάσουν και να σιωπήσουν έχουν βγάλει και γλώσσα. Είναι φαινόμενο το τελευταίο, που
ανέθρεψε η ατιμωρησία και η απουσία πραγματικής κάθαρσης».(Σελ.14) Ακολουθεί η
Εισαγωγή του συγγραφέα.(Σελ.15-20) Το βιβλίο στηρίχθηκε σε τρεις έρευνες.( Σελ.16)
Το ενδεχόμενο ενός ανταρτοπόλεμου μετά την τουρκική Εισβολή
Η πρώτη(σελ. 25-35) αναφέρεται στο ενδεχόμενο διεξαγωγής ανταρτοπόλεμου στη Μεγαλόνησο (σελ. 21-66) βάσει πηγών από τα αμερικανικά αρχεία , σημειωμάτων για
συναντήσεις ανάμεσα σε πολιτικούς παράγοντες της Μεγαλονήσου που τώρα
αποκαλύπτονται , αλλά και μαρτυριών εμπλεκομένων. Ο εγχώριος και ξένος Τύπος
ασχολήθηκε με το θέμα. Κινήσεις για ανταρτοπόλεμο κατά των δυνάμεων Κατοχής
έγιναν αλλά δεν έλαβαν τη μορφή συγκεκριμένης δράσεως. Σχεδιασμένα συντελέστηκε
εθνοκάθαρση εκ μέρους των Τούρκων στα Κατεχόμενα. (Σελ.16)
Οι Τούρκοι φοβούνταν ότι Ελληνοκύπριοι στρατιώτες που είχαν παραμείνει εντός
των Κατεχομένων θα άρχιζαν ανταρτοπόλεμο, εμπνεόμενοι από την παράδοση του
εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ(1955-1959) . (Σελ.22) « Πώς θα μπορούσε να
εκδηλωθεί ανταρτοπόλεμος στην υπό κατοχή περιοχή, όταν θα μπορούσε , για
παράδειγμα , η κατοχική δύναμη να κτυπά τις ελεύθερες περιοχές; Την ίδια ώρα ,είναι
σαφές πως δεν υπήρχαν και τα μέσα ούτε και ένας ολοκληρωμένος σχεδιασμός». (Σελ.63)
Ο ηρωικός και αγνοούμενος μέχρι σήμερα , Ταγματάρχης Τάσος Μάρκου,
προαχθείς σε Υποστράτηγο, είχε προγραμματίσει αντιπραξικόπημα στις 3 Αυγούστου
1974 , υπό την προϋπόθεση ότι θα είχε τη σύμφωνη γνώμη του Τάσσου Παπαδόπουλου,
ο οποίος θα αναλάμβανε την πολιτική ευθύνη. Το σχέδιο ναυάγησε. « Ο Τάσος Μάρκου
μετά από ώρα σηκώθηκε , κρέμασε το αυτόματο στον ώμο του και αποχαιρέτησε τον
φίλο του λέγοντάς του ότι ήταν η τελευταία του ελπίδα κι ότι πήγαινε στο μέτωπο
επισημαίνοντάς του με σιγουριά “ δεν νομίζω ότι θα σε ξαναδώ”. Και δεν τον ξαναείδε!»
(Σελ.40-43)
Οι πρώτοι που αναφέρθηκαν σε ενδεχόμενο ανταρτοπόλεμο υπήρξαν οι Αμερικανοί,
μέσω τηλεγραφήματος του Αμερικανού πρέσβη στην Αθήνα , Χένρι Τάσκα, στο
Υπουργείο Εξωτερικών των Η.Π.Α. στις 16 Ιουλίου 1974. Φοβούνταν ότι η ΕΣΣΔ θα
ενίσχυε ανταρτική κίνηση κατά των πραξικοπηματιών στην Κύπρο ενώ στις 19
Αυγούστου 1974 δολοφονήθηκε στη Μεγαλόνησο ο πρέσβης των Η.Π.Α. , Ρότζερ
Ντέιβις, που προσπαθούσε να διαμορφώσει με τις επαφές του « συνολική εικόνα ως
προς το εσωτερικό μέτωπο» . (Σελ.46-48) Η αμερικανική εφημερίδα “The New York
Times” (27 Αυγούστου 1974) καταγράφει , ανάμεσα σε άλλα , ότι ο Πρόεδρος Γλαύκος
Κληρίδης δήλωσε πως θα προκαλείτο ανταρτοπόλεμος αν οι Τούρκοι «συνέχιζαν να
καταλαμβάνουν περιοχές που ελέγχονταν παλαιότερα από τους Έλληνες». Κατά την
εφημερίδα, η τουρκική Εισβολή « έχει ήδη κοστίσει περισσότερα από 400 εκατομμύρια
δολάρια, σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Ντενίζ Μπαϊκάλ». (Σελ.50-51) Το
ενδεχόμενο ανταρτοπόλεμου απασχολούσε και τον βρετανικό Τύπο. (Σελ.52-55) Φυλλάδια
κυκλοφορούσαν και στα Κατεχόμενα καλώντας τους Ελληνοκύπριους να στραφούν κατά
των Τούρκων εισβολέων, γεγονός που οι Τούρκοι κατήγγειλαν το 1975 στην υποεπιτροπή
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, η οποία συνερχόταν στο « Λήδρα
Πάλας». Ο Τάσσος Παπαδόπουλος διαβεβαίωσε τον Τουρκοκύπριο εκπρόσωπο ότι
οποιοδήποτε φυλλάδιο κυκλοφορούσε στις κατεχόμενες περιοχές δεν είχε τη δική του
συγκατάθεση. (Σελ.60-61)
Το εγχείρημα του ανταρτοπόλεμου «φάνταζε δύσκολο , αλλά όχι ανέφικτο. Πρέπει να
σημειωθεί πως την πρώτη περίοδο μετά την Εισβολή, στην κατεχόμενη Καρπασία είχανπαραμείνει περίπου 20.000 Ελληνοκύπριοι εγκλωβισμένοι», οι οποίοι εν συνεχεία
εκδιώχθηκαν πλην ελαχίστων . Σε περίπτωση ανταρτοπόλεμου , ο τουρκικός στρατός-
αντιγράφοντας τους ναζί- θα συνελάμβανε εγκλωβισμένους ως πιθανά θύματα
εκδικήσεως ή εκβιασμού για όσα έπραξαν οι αντάρτες . ( Σελ. 64)
Περί βιασμού γυναικών κάθε ηλικίας
Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στους βιασμούς Ελληνοκυπρίων γυναικών ως
έγκλημα πολέμου . ( Σελ. 67-97) Καταγράφονται εκατοντάδες βιασμοί γυναικών
διαφόρων ηλικιών που επιβεβαιώνονται μέσω των μαρτυριών τους , αν και ο αριθμός
τους θα πρέπει να είναι μεγαλύτερος, καθώς πολλές δεν κατήγγειλαν ή δεν κατέθεσαν
για το αποτρόπαιο αυτό γεγονός, ενώ οι «κυπριακές κυβερνήσεις δεν έθεσαν ποτέ
σοβαρά το θέμα αυτό. Επικρατούσε αυτός ο απαράδεκτος “κατευνασμός ” να μην
πειράξουμε το “θηρίο”».( Σελ.12-13)
Η Κυπριακή Δημοκρατία προσέφυγε κατά της Τουρκίας για το θέμα των βιασμών
στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου , στις 19 Σεπτεμβρίου 1974 και
21 Μαρτίου 1975 , η οποία συγχώνευσε τις δύο προσφυγές στις 21 Μαϊου 1975 και στις
26 του ίδιου μήνα τις κήρυξε δεκτές προς εξέταση και απέρριψε τις σχετικές ενστάσεις
του τουρκικού κράτους.(Σελ.68)
Περισσότερες από 800 γυναίκες υπέστησαν βιασμό, με το μικρότερο θύμα ένα
κοριτσάκι 12 ετών .Επρόκειτο περί μαζικών βιασμών ηλικίας 12 έως 71 χρόνων και στις
βιασθείσες περιλαμβάνονταν διανοητικά καθυστερημένες γυναίκες και έγκυοι. ( Σελ. 68-
69) Υπήρξαν περιπτώσεις πολλών αποβολών στις βρετανικές βάσεις από βιασθείσες
γυναίκες εκ μέρους Τούρκων στρατιωτών. ( Σελ. 71) Οι κατοχικές αρχές είχαν
δημιουργήσει « πορνείο» σε χωριό της επαρχίας Αμμοχώστου από το οποίο περνούσαν
Τούρκοι στρατιώτες και βίαζαν τις αιχμάλωτες Ελληνοκύπριες.(Σελ. 74)
Πλήθος μαρτυριών γιατρών περί βιασμών απαντά στο βιβλίο του Χρύσανθου
Χρυσάνθου, « Ο άλλος πόλεμος των γιατρών», Ιατρικός Σύλλογος Λευκωσίας-
Κερύνειας « Ιπποκράτης», 2014.( Σελ. 75) Σημειωτέον ότι στοιχεία έχουν περιληφθεί και
στα βιβλία: «Μαρτυρίες από την Κύπρο», το οποίο είχε κυκλοφορήσει στην Αθήνα,
από τις εκδόσεις Κέδρος ,το 1976 και εξαντλήθηκε και του Παναγιώτη Μαχλουζαρίδη,
«Οι τουρκικές ωμότητες στην Κύπρο- Τα δεινά των γερόντων και γυναικοπαίδων» ,
Λευκωσία 1975 .Ακόμη μαρτυρίες δημοσιεύθηκαν στην Ιστορία της Κυπριακής
Δημοκρατίας, δύο τόμοι για το 1974, Λευκωσία : εφημερίδα « Ο Φιλελεύθερος». (
Σελ.88-89)
Ο ρόλος του κυπριακού Τύπου από το πραξικόπημα και εξής
Βασικό είναι το 3 ο κεφάλαιο περί Τύπου του 1974( σελ. 99-202) μέσω πέντε
εφημερίδων οι οποίες αναπαρήγαγαν -σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό- τη
διχόνοια και στην περίοδο μετά την Εισβολή. Δεν παρείχαν απλώς
πληροφόρηση στους πολίτες αλλά και εξύψωναν το ηθικό τους. Το ΡΙΚ και οι
εφημερίδες μετέδιδαν ανταποκρίσεις από τα πολεμικά μέτωπα. ( Σελ.13)
Πρόκειται για την τρίτη έρευνα η οποία έλαβε χώρα στο προσωπικό αρχείο
του συγγραφέα, στο αρχείο του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών και στη
βιβλιοθήκη της Αρχιεπισκοπής. (Σελ. 17)
Οι πραξικοπηματίες είχαν επιβάλει « εξαρχής λογοκρισία». (Σελ. 100-107)
Τα κείμενα των προς έκδοση εφημερίδων παραδίδονταν στο γραφείο του
λογοκριτή που έδρευε στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών. Εκεί στεγαζόταν
και αυτό του Προέδρου , διότι το Προεδρικό Μέγαρο είχε καταστραφεί από τους
πραξικοπηματίες. Ο Παναγιώτης Παπαδημήτρης, δημοσιογράφος, αναφέρει ότι η
λογοκρισία επιβλήθηκε από την Πέμπτη, 18 Ιουλίου 1974, πρώτη ημέρα
προετοιμασίας των εφημερίδων , η οποία συνέπιπτε με την πρώτη συνέντευξη
του Νίκου Σαμψών Τύπου , ως επικεφαλής της πραξικοπηματικής κυβερνήσεως
στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών (το τότε Γραφείο Δημοσίων
Πληροφοριών) .
Οι λογοκριτές διαφοροποιούσαν τα κείμενα. Μόνο η εφημερίδα « Τα Νέα»
της ΕΔΕΚ δεν τα μετέβαλλε και στη θέση των λογοκριμένων κειμένων ή
φωτογραφιών υπήρχε λευκό κενό, εκφράζοντας έτσι την εναντίωσή της στο
πραξικόπημα.( Σελ. 100) Επετράπη στους ξένους και Κυπρίους δημοσιογράφους
« να φωτογραφίσουν κυρίως τη μισογκρεμισμένη Αρχιεπισκοπή και να γράψουν
τα πρώτα ρεπορτάζ για το πραξικόπημα».( Σελ. 100-101)
Οι πέντε εφημερίδες
Οι πέντε εφημερίδες ήταν: « Ο Φιλελεύθερος» , η «κατ΄ εξοχήν
μακαριακή », ιδρύθηκε το 1955 από τον Νίκο Χρ. Παττίχη ( σελ.108-110) , η «
Χαραυγή» , εξέφραζε τα απόψεις της Αριστεράς του ΑΚΕΛ ,που είχε τεθεί
εκτός νόμου επί Χάρντινγκ και επανακυκλοφόρησε ως τετρασέλιδο φύλλο τον
Φεβρουάριο του 1956 . Μετά το πραξικόπημα της 15 ης Ιουλίου 1974 , άρχισε να
επανακυκλοφορεί την 1 η Αυγούστου 1974 και ζητούσε την επάνοδο του
Μακαρίου. (Σελ. 108 και 110-111)
« Τα Νέα» του σοσιαλιστικού κόμματος της ΕΔΕΚ , μακαριακή, ιδρύθηκαν
τον Νοέμβριο του 1969 και ανέστειλαν την έκδοσή τους τον Δεκέμβριο του 1989
(σελ. 108 και 111) Η « Εθνική» είχε ιδρυθεί από τον Θεμιστοκλή Δέρβη , τον
Φεβρουάριο του 1959, ήταν κατά των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου και
κυκλοφόρησε μέχρι το 1968. Επανεκδόθηκε τον Μάιο του 1973, υποστήριζε την
ΕΟΚΑ Β΄, δεν ήθελε να επιστρέψει ο Μακάριος μετά το πραξικόπημα και προέβη
σε αναστολή της κυκλοφορίας της τον Φεβρουάριο του 1975. ( Σελ. 108 και 112)
« Ο Αγών» είχε εκδοθεί ως καθημερινή δεξιά εφημερίδα από τον Νίκο Κόσιη,
παλαιό αγωνιστή της ΕΟΚΑ(1955-1959) και στενό συνεργάτη του Προέδρου
Μακαρίου μέχρι την αναστολή της λειτουργίας του τον Ιούνιο του 1998.
Προσπαθούσε να βρει ισορροπίες ανάμεσα στον Γρίβα και τον Μακάριο.(
Σελ.108 και 112)
Οι εφημερίδες « Πατρίς», « Εθνική», «Μάχη» και «Μεσημβρινή» είχαν
κυκλοφορήσει και στις 19 Ιουλίου 1974, παραμονή της τουρκικής Εισβολής ,
υποστηρίζοντας την μετά το πραξικόπημα κατάσταση. Η μακαριακή «
Ελευθερία» , δεν κυκλοφόρησε ευρέως στο τελευταίο της φύλλο , στις 20 Ιουλίου
1974, με το οποίο ταυτίσθηκε με τους πραξικοπηματίες. ( Σελ.109)
Η αντιμετώπιση του θέματος του Μακαρίου
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η αντιμετώπιση του θέματος του Μακαρίου από
τις εφημερίδες. ( Σελ. 198-199) « Ο Φιλελεύθερος» ειδησεογραφικά αναφερόταν
στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο ως πρόεδρο της Δημοκρατίας και στον Γλαύκο
Κληρίδη ως εκτελούντα καθήκοντα Προέδρου της Δημοκρατίας ( σελ. 198) ενώ
η « Χαραυγή» αποκαλούσε τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο «εκλελεγμένο Πρόεδρο
της Κυπριακής Δημοκρατίας» και στήριζε τον Γλαύκο Κληρίδη ο οποίος
ασκούσε συνταγματικά την Προεδρία. ( Σελ. 199) « Τα Νέα» από την 1 η
Αυγούστου 1974 αποκαλούσαν μόνο τον Μακάριο Πρόεδρο ενώ θεωρούσε τον
Γλαύκο Κληρίδη «συνέχεια του πραξικοπήματος» και «μεταπραξικόπημα».
Η « Εθνική» θεωρούσε τον Μακάριο υπεύθυνο της επελθούσας καταστροφής
και δεν επιθυμούσε την επάνοδό του στην Κύπρο. Πρόεδρος ήταν ο Γλαύκος
Κληρίδης. « Ο Αγών» στήριζε ως Πρόεδρο τον Γλαύκο Κληρίδη.(Σελ. 199) Η
ίδια εφημερίδα κρατούσε ισορροπίες ως προς το πραξικόπημα και «ταυτίστηκε
με το καθεστώς , ενώ στη συνέχεια με τον Γλαύκο Κληρίδη. Μετά την εισβολή
δημοσίευσε έντονα αντιαμερικανικά και αντιβρετανικά κείμενα».( Σελ. 202)
Το θέμα της ενότητας
Ως προς το θέμα της ενότητας(σελ. 199-202) , « Ο Φιλελεύθερος», στο πρώτο
άρθρο του μετά την Εισβολή , στις 2 Αυγούστου, παρουσίασε ενωτική στάση
προτάσσοντας την Κατοχή υπό τον τίτλο « Να δώσουμε τα χέρια»( σελ. 199) , η
δε « Χαραυγή» , την ίδια ημέρα , καλούσε σε «παλλαϊκή ενότητα».(Σελ. 199-200)
« Τα Νέα» προσεγγίζουν την έννοια της ενότητας μέσω της επιστροφής του
Μακαρίου και δεν αισθάνονται εχθρότητα έναντι των Τουρκοκυπρίων, διότι
αποτελούν και αυτοί « θύματα στην ουσία των ίδιων σχεδίων …».( 1 Αυγούστου
1974) (Σελ. 200)
Η εφημερίδα « Η Εθνική» προσέγγιζε την ενότητα μέσω του διχασμού.
«…Εκαλλιεργήθη εις αυτόν η πίστις ότι η κυβέρνησίς του θα ηδύνατο να
εξαπατήση και να θέση εκποδών τους Τούρκους…»( 2 Αυγούστου 1974)( Σελ.201 )
Ο ρόλος των ξένων
Περισσότερο από τη « Χαραυγή» και «Τα Νέα» καταλογίζονται ευθύνες
στους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ για τα δεινά της Κύπρου. « Ο Αγών»
υποστήριξε αρθρογραφικά τον σχηματισμό κυβερνήσεως εθνικής ενότητας και
την κοινή πορεία με την Ελλάδα. Οι τρεις εφημερίδες « Τα Νέα», η« Χαραυγή»
και « Ο Φιλελεύθερος» δέχονταν επιθέσεις, κατά τη διανομή τους από το
πρακτορείο, εκ μέρους ενόπλων της ΕΟΚΑ Β΄ οι οποίοι « έκαιγαν τον
“μακαριακό Τύπο”». (Σελ. 201)
Το πόνημα του Κώστα Βενιζέλου είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον και
κατατοπιστικό. Δεν αποκρύπτει ή παραχαράζει αλήθειες και τις παραθέτει με
παρρησία και τεκμηρίωση. Αποτελεί καρπό επίμοχθης προσπάθειας και
απευθύνεται τόσο στον απλό αναγνώστη, όσο και στον πιο απαιτητικό ερευνητή και μελετητή. Ως εκ τούτου , πρέπει να κοσμεί κάθε δημόσια ή ιδιωτική
βιβλιοθήκη.