Του Κώστα Παπππά
Τα τελευταία χρόνια ένα από τα πιο σταθερά ευρήματα των εκλογικών αναμετρήσεων και των ερευνών κοινής γνώμης δεν αφορά τις μετακινήσεις ψηφοφόρων, αλλά την απουσία τους. Η αυξανόμενη αποχή, ιδιαίτερα στις νεότερες ηλικίες αλλά όχι μόνο, αναδεικνύει ένα βαθύτερο πρόβλημα: μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας απομακρύνεται συνειδητά από την πολιτική ζωή, θεωρώντας ότι η συμμετοχή δεν έχει ουσιαστικό αντίκρισμα.
Η τάση αυτή δεν μπορεί να αποδοθεί απλώς στην αδιαφορία. Αντίθετα, συνδέεται με την παγιωμένη αίσθηση ότι οι θεσμοί δεν λειτουργούν προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας. Έρευνες εμπιστοσύνης καταγράφουν διαχρονικά χαμηλά ποσοστά θετικής στάσης απέναντι στο Κοινοβούλιο, τα πολιτικά κόμματα και τη δημόσια διοίκηση. Για πολλούς πολίτες, η πολιτική εμφανίζεται ως ένας κλειστός μηχανισμός, αποκομμένος από τις πραγματικές ανάγκες της καθημερινότητας.
Η εικόνα αυτή ενισχύεται από διαδοχικά σκάνδαλα και κρίσεις με θεσμικό αποτύπωμα, όπου η απόδοση ευθυνών καθυστερεί ή δεν ολοκληρώνεται ποτέ. Η αίσθηση ατιμωρησίας λειτουργεί διαβρωτικά για τη δημοκρατική συμμετοχή. Όπως επισημαίνουν πολιτικοί αναλυτές, όταν οι πολίτες παύουν να πιστεύουν στη λογοδοσία, δεν στρέφονται απαραίτητα σε δυναμικές αντιδράσεις· επιλέγουν συχνά τη σιωπηλή αποχώρηση.
Καθοριστικό ρόλο έχει διαδραματίσει και η δεκαετής οικονομική κρίση. Η παρατεταμένη λιτότητα, η ανασφάλεια στην εργασία και η συρρίκνωση του βιοτικού επιπέδου διαμόρφωσαν ένα αίσθημα πολιτικής ματαίωσης. Πολλοί πολίτες θεωρούν ότι, ανεξαρτήτως κυβερνήσεων, οι βασικές πολιτικές επιλογές παραμένουν αμετάβλητες. Αυτή η πεποίθηση υπονομεύει την ίδια την έννοια της πολιτικής εναλλαγής και αποθαρρύνει τη συμμετοχή.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η στάση των νεότερων γενιών. Παρότι καταγράφουν χαμηλή εκλογική συμμετοχή και περιορισμένη σχέση με τα κόμματα, δεν είναι κατ’ ανάγκη απολιτικοί. Αντιθέτως, στρέφονται σε άλλες μορφές πολιτικής έκφρασης, όπως κοινωνικές πρωτοβουλίες, κινήματα δικαιωμάτων και ψηφιακές καμπάνιες. Η αποστασιοποίησή τους αφορά κυρίως την παραδοσιακή πολιτική εκπροσώπηση, την οποία αντιλαμβάνονται ως ανεπαρκή απέναντι σε ζητήματα όπως η επισφάλεια, η στέγαση .
Παράλληλα, ο τρόπος με τον οποίο προβάλλεται η πολιτική επικαιρότητα εντείνει την κόπωση. Η διαρκής πόλωση, η σύγκρουση χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο και η υπερπληροφόρηση οδηγούν ολοένα και περισσότερους πολίτες στην αποφυγή πολιτικών ειδήσεων. Η αποχή από την ενημέρωση μετατρέπεται σταδιακά και σε αποχή από τη συμμετοχή.
Η πολιτική αποστασιοποίηση, ωστόσο, δεν είναι ένα ουδέτερο φαινόμενο. Όσο μειώνεται η συμμετοχή, τόσο περιορίζεται η κοινωνική νομιμοποίηση των δημοκρατικών διαδικασιών και ενισχύεται η αίσθηση ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται από λίγους. Η αποχή, αν και συχνά εκλαμβάνεται ως ατομική επιλογή, έχει συλλογικές συνέπειες.
Το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται πλέον δεν είναι αν οι Έλληνες ενδιαφέρονται για την πολιτική, αλλά αν αισθάνονται ότι η πολιτική μπορεί ακόμη να λειτουργήσει ως εργαλείο αλλαγής. Μέχρι να δοθεί πειστική απάντηση, η «σιωπηλή απομάκρυνση» δείχνει να παγιώνεται ως βασικό χαρακτηριστικό της σύγχρονης πολιτικής πραγματικότητας.




