Η εντολή που έδωσε ο Ντόναλντ Τραμπ την περασμένη Παρασκευή σε δύο αμερικανικά πυρηνικά υποβρύχια, να λάβουν τις «κατάλληλες θέσεις» απέναντι στη Ρωσία έπειτα από τις πυρηνικές απειλές του Ντμίτρι Μεντβέντεφ ξάφνιασε πολλούς οι οποίοι αναρωτήθηκαν πώς ο Αμερικανός πρόεδρος επέτρεψε στον εαυτό του να φαίνεται τόσο ταραγμένος από τις κούφιες δηλώσεις του αναπληρωτή προέδρου του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας.
Σε μια σειρά από πομπώδεις αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Μεντβέντεφ, ο οποίος τα τελευταία χρόνια αυτοαποκαλείται σφοδρός επικριτής της Δύσης, επέκρινε την προθεσμία που έθεσε ο Τραμπ προς τη Ρωσία για μια ειρηνευτική συμφωνία στην Ουκρανία, λέγοντας ότι κάθε νέο τελεσίγραφο ήταν ένα «βήμα προς τον πόλεμο» – όχι μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, αλλά «με τη δική του χώρα».
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ θα πρέπει να θυμάται «πόσο επικίνδυνο μπορεί να είναι το θρυλικό “Νεκρό Χέρι”», έγραψε ο Μεντβέντεφ, σε μια προκλητική αναφορά στο αυτόματο πυρηνικό σύστημα αντιποίνων της Ρωσίας κατά τη σοβιετική εποχή.
Ο υπουργός Εξωτερικών του Τραμπ, Μάρκο Ρούμπιο, υποβάθμισε τις πρόσφατες αναρτήσεις του Ρώσου, επισημαίνοντας ότι ο Μεντβέντεφ δεν είναι πλέον υπεύθυνος λήψης αποφάσεων στη Μόσχα. Πρόκειται για μια άποψη που όπως σχολιάζει το CNN συμμερίζονται πολλοί Ρώσοι αφού τον θεωρούν ευρέως πολιτικά άσχετο, με μικρή εξουσία, πόσο μάλλον με εξουσία να εξαπολύσει πυρηνικό πλήγμα.
Το ερώτημα ωστόσο είναι γιατί τότε ο Τραμπ να απαντήσει σε αυτό που ο ίδιος χαρακτήρισε ως «ανόητες» δηλώσεις αποφασίζοντας να δώσει μια απάντηση στέλνοντας πυρηνικά και εντείνοντας τη ρητορική μεταξύ Ουάσινγκτον και Μόσχας.
Μια πιθανή απάντηση, σύμφωνα με το CNN, είναι ότι είναι ένας βολικός τρόπος για τον Τραμπ να εμφανιστεί σκληρός απέναντι στη Μόσχα, ξεχωρίζοντας ένα δημόσιο πρόσωπο που συχνά αποκαλείται «μικρός Ντίμα» στη Ρωσία λόγω του μικρού του αναστήματος, χωρίς να τα βάλει άμεσα αυτόν που έχει την πραγματική εξουσία στο Κρεμλίνο, τον πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, ή να κάνει οποιεσδήποτε συγκεκριμένες αλλαγές στην πυρηνική στάση των ΗΠΑ.
Ο Τραμπ δήλωσε ότι η εντολή του για την «τοποθέτηση δύο πυρηνικών υποβρυχίων στις κατάλληλες περιοχές» δόθηκε σε περίπτωση που οι «ανόητες και εμπρηστικές δηλώσεις του Μεντβέντεφ είναι κάτι περισσότερο από αυτό».
Υπάρχουν όμως πολλά αμερικανικά πυρηνικά υποβρύχια, οπλισμένα με εκατοντάδες πυρηνικές κεφαλές, που περιπολούν τους ωκεανούς. Δεδομένης της εμβέλειας χιλιάδων μιλίων των πυραύλων που μεταφέρουν, καθώς και του τεράστιου μεγέθους της Ρωσίας, είναι απίθανο οποιαδήποτε επανατοποθέτησή τους να επηρεάσει σημαντικά την ικανότητά τους να χτυπούν ρωσικούς στόχους.
Αλλά, όπως πάντα, ο χρόνος είναι το κλειδί.
Ο απεσταλμένος του Τραμπ για τη Μέση Ανατολή, Στιβ Γουίτκοφ, στον διπλό του ρόλο ως προσωρινός μεσολαβητής για τη Ρωσία, πρόκειται να πραγματοποιήσει περισσότερες συνομιλίες με τη ρωσική ηγεσία τις επόμενες ημέρες. Είναι πιθανό να πιέσει ξανά για κατάπαυση του πυρός, καθώς η προθεσμία που έθεσε ο Τραμπ για να συμφωνήσει το Κρεμλίνο σε κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία ή να αντιμετωπίσει αυστηρούς δασμούς, πρόκειται να λήξει.
Λίγοι είναι πάντως ρεαλιστές περιμένοντας ότι το Κρεμλίνο θα υποχωρήσει. Η τελευταία κλιμακούμενη πυρηνική ρητορική είναι απίθανο να αλλάξει αυτή τη σκληρή στάση, σχολιάζει το δημοσίευμα του CNN.
Αλλά, και πάλι, καθώς ο Τραμπ ζυγίζει τις πιθανώς αυτοκαταστροφικές επιπτώσεις της επιβολής δευτερογενών κυρώσεων σε χώρες όπως η Ινδία και η Κίνα που αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο, όπως έχει απειλήσει να κάνει, το φάντασμα της αυξημένης πυρηνικής ετοιμότητας μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμος αντιπερισπασμός.
Στην πραγματικότητα, η δημιουργία ενός αντιπερισπασμού από τα αυξανόμενα πολιτικά προβλήματα που έχει στο εσωτερικό μπορεί να είναι ένα ευπρόσδεκτο υποπροϊόν της κλιμακούμενης πυρηνικής ρητορικής.
Η συζήτηση για αυξανόμενη πυρηνική ετοιμότητα απέναντι στη Ρωσία, η οποία διαθέτει περισσότερα ατομικά όπλα από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο, θα μπορούσε να επισκιάσει πιο ασήμαντα εσωτερικά ζητήματα, όπως για παράδειγμα το σκάνδαλο Έπσταϊν.
Φυσικά, οποιαδήποτε αναφορά σε πυρηνική κλιμάκωση μεταξύ των μεγαλύτερων πυρηνικών υπερδυνάμεων του κόσμου δικαιολογημένα επικεντρώνει την προσοχή. Αλλά η ευρύτερη σχέση μεταξύ Ουάσινγκτον και Μόσχας, αν και υπό ανανεωμένη πίεση, δεν πλησιάζει πουθενά την πυρηνική αντιπαράθεση.
Και ενώ η φαινομενικά επιπόλαιη χρήση πυρηνικών απειλών και από τα δύο έθνη μπορεί να είναι ανησυχητική, δεν σηματοδοτεί ότι μια πυρηνική αντιπαράθεση είναι καθ’ οδόν.