Πέμπτη, 9 Οκτωβρίου, 2025

Top 5 άρθρα

Σχετικά άρθρα

Εξεταστική ΟΠΕΚΕΠΕ: Πως η κυβέρνηση πέφτει στη παγίδα που η ίδια έστησε

 

Του Σάββα Παυλίδη

Απρόσμενες διαστάσεις λαμβάνει η κοινοβουλευτική διερεύνηση της υπόθεσης του ΟΠΕΚΕΠΕ, καθώς η εξεταστική επιτροπή που συγκροτήθηκε με πρωτοβουλία της κυβέρνησης ως επικοινωνιακή αντιπερισπαστική κίνηση, φαίνεται πλέον να γυρνάει εναντίον της. Αυτό που αρχικά σχεδιάστηκε ως ένα θεσμικό ανάχωμα απέναντι στις πιέσεις για σύσταση προανακριτικής επιτροπής που θα έβαζε στο κάδρο δύο πρώην υπουργούς, εξελίσσεται σε εσωτερικό πεδίο βολής για τη Νέα Δημοκρατία και φέρνει στην επιφάνεια ενδοκυβερνητικές ρωγμές και αλληλοκατηγορίες.

Κεντρικός πρωταγωνιστής της κρίσης που ξετυλίγεται είναι ο Γρηγόρης Βάρρας, πρώην επικεφαλής του ΟΠΕΚΕΠΕ και –ακόμη– αποσπασμένος συνεργάτης στο Μαξίμου. Η κατάθεσή του στην επιτροπή περιείχε σοβαρές καταγγελίες κατά του πρώην υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Μάκη Βορίδη, τον οποίο κατηγόρησε όχι μόνο για πολιτική ανεπάρκεια, αλλά και για ποινικά ελεγχόμενες ενέργειες. Συγκεκριμένα, τον κατηγόρησε για υπογραφή απόφασης σχετικά με ΑΦΜ που ελάμβαναν κοινοτικές ενισχύσεις, κατά παράβαση ευρωπαϊκών οδηγιών. Επιπλέον, τον εμφάνισε να λειτουργεί υπέρ ιδιωτικών συμφερόντων, συγκεκριμένα της εταιρείας Neuropublic, με παρέμβαση στη διαδικασία επιλογής τεχνικού συμβούλου.

Από την άλλη πλευρά, ο κ. Βορίδης πέρασε στην αντεπίθεση, χαρακτηρίζοντας τις καταγγελίες Βάρρα «αναπόδεικτες θεωρίες» και επιχειρώντας να αποδομήσει την αξιοπιστία του μάρτυρα. Παρότι απέφυγε να αποκαλύψει τον ακριβή λόγο της δικής του απόφασης για την αποπομπή του κ. Βάρρα, κατηγόρησε τον πρώην συνεργάτη του για «τεχνικά αδόκιμους ισχυρισμούς», χωρίς όμως να δώσει πειστικές απαντήσεις για την ουσία των κατηγοριών.

Αναπάντεχη διάσταση στην υπόθεση έδωσε ο ρόλος του υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ Γιώργου Μυλωνάκη, ο οποίος παρέδωσε στην εξεταστική επιτροπή ένα 40σέλιδο σημείωμα του κ. Βάρρα, με ημερομηνία 6 Ιουνίου 2025, δηλώνοντας ότι το έλαβε στις 15 του ίδιου μήνα. Η κίνησή του αυτή ερμηνεύθηκε από αρκετούς βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας ως σαφής αποστασιοποίηση από τον κ. Βορίδη και έμμεση συμβολή στην ενοχοποίησή του.

Κοινοβουλευτικές πηγές σχολιάζουν ότι η παράδοση του συγκεκριμένου εγγράφου, χωρίς να υπάρξει προηγούμενη συνεννόηση ή διευκρινίσεις προς την κοινοβουλευτική ομάδα, ενίσχυσε την καχυποψία και επιβεβαίωσε την αίσθηση ότι ο κ. Μυλωνάκης επιλέγει να προστατεύσει τον εαυτό του, ακόμη και αν αυτό σημαίνει πως θα εκτεθούν άλλα κυβερνητικά στελέχη.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι ο υφυπουργός δεν ζήτησε εξηγήσεις ή συμπληρωματικά στοιχεία από τον ίδιο τον Μάκη Βορίδη – ο οποίος έχει διατελέσει και υπουργός Επικρατείας – αλλά απευθύνθηκε κατευθείαν στον Βάρρα. Η επιλογή αυτή εντείνει τις υποψίες ότι ο Μυλωνάκης επιχείρησε μια ελεγχόμενη διαχείριση του σκανδάλου, μετατοπίζοντας το βάρος προς συγκεκριμένα πρόσωπα.

Πολλά στελέχη της ΝΔ, σε ιδιωτικές τους συνομιλίες, εκφράζουν πλέον ενόχληση για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται ο Γ. Μυλωνάκης τις δύσκολες υποθέσεις, χρεώνοντάς του πρακτικές πολιτικής επιβίωσης που βλάπτουν το σύνολο της παράταξης. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην εντύπωση ότι το Μέγαρο Μαξίμου επιχειρεί να αποποιηθεί των ευθυνών του, «ξεφορτώνοντας» πρόσωπα που πλέον κρίνονται ως πολιτικά επαχθή.

Μάλιστα, ορισμένοι κυβερνητικοί βουλευτές μιλούν για επιλεκτική ανάγνωση του επίμαχου σημειώματος Βάρρα, από το οποίο το Μαξίμου προσπαθεί να αντλήσει μόνο ό,τι ενισχύει το επιχείρημα της πολιτικής – αλλά όχι ποινικής – ευθύνης του Βορίδη. Ωστόσο, το γεγονός ότι το εν λόγω σημείωμα ήταν ήδη γνωστό στο Μαξίμου από τον Ιούνιο, προκαλεί εύλογα ερωτήματα για τους λόγους που δεν προχώρησε η κυβέρνηση σε προκαταρκτική διερεύνηση των καταγγελιών, αλλά επέλεξε να μπλοκάρει τη διαδικασία με την κοινοβουλευτική της πλειοψηφία, παρά και τη σχετική απαίτηση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.

Η αναστάτωση αυτή έχει ήδη ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά της αντιπολίτευσης. Το ΠΑΣΟΚ, με επίσημη τοποθέτησή του, κάνει λόγο για «παρακρατικό μηχανισμό» που στόχευε στη χειραγώγηση των ευρωπαϊκών ενισχύσεων, μετατρέποντας τις κοινοτικές επιδοτήσεις σε εργαλείο πελατειακού ελέγχου. Η σφοδρή αυτή κατηγορία ενισχύεται από τις μαρτυρίες και τα έγγραφα που κατατίθενται στην επιτροπή, δημιουργώντας ένα ολοένα και πιο δυσμενές αφήγημα για την κυβέρνηση.