Σάββατο, 12 Ιουλίου, 2025

Top 5 άρθρα

Σχετικά άρθρα

Εκφάνσεις Πολιτειοκρατίας: Οι ωμές επεμβάσεις της Πολιτείας στις εκλογές των Προκαθημένων της Εκκλησίας της Ελλάδος (1833-1974)

 

Του Ιωάννη Χρ. Ιακωβίδη*

Από της συστάσεως του ελληνικού κράτους  διαχρονικά τίθεται υπό συζήτηση από επιστήμονες , ιεράρχες και πολιτικούς  το ζήτημα των σχέσεών  του   με την ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος .Ήδη από την περίοδο του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους, της  Ρωμανίας ή Βυζαντινής Αυτοκρατορίας(330-1453) είχαν διαμορφωθεί  τρεις μορφές δεσμών:  α. της  συνεργασίας ,φέρ΄ ειπείν , κατά την περίοδο του αυτοκράτορα Μεγάλου Κωνσταντίνου( 272  –337) , αφού είχε τη δυνατότητα να συγκαλεί και να προεδρεύει στις οικουμενικές συνόδους, Έτσι αναγνωρίζονταν αμοιβαία τόσο τα δικαιώματα του κράτους όσο και οι ιεροί εκκλησιαστικοί κανόνες. β. Υπήρχε και ο καισαροπαπισμός ή πολιτειοκρατία , η αυτοκρατορική  ανάμειξη στα εσωτερικά εκκλησιαστικά πράγματα  π.χ. κατά την περίοδο της Εικονομαχίας (726-842) .  Πολιτειοκρατία είναι « το διοικητικό σύστημα κατά το οποίο η Εκκλησία είναι υποταγμένη στην πολιτεία , στο κράτος και δεν υφίσταται ως αυθύπαρκτη οντότητα».   γ.   Οι πάπες Νικόλαος ο Α΄(800 – 867), Γρηγόριος ο Ζ΄ (1020 –1085) και  Ιννοκέντιος ο Γ΄ (1161 –  1216 ) προσπάθησαν  να επιβληθούν στα πατριαρχεία , τους τοπικούς ηγεμόνες, στις δυτικές εκκλησίες ,  ακόμη και στον ίδιο τον αυτοκράτορα. Στην   περίπτωση αυτή τονίζεται η υπεροχή της εκκλησιαστικής εξουσίας, πρόκειται για τον παποκαισαρισμό.   ( Καρυάμης, ό. π., σελ. 33-34)  

Η σύνδεση  Κράτους και Εκκλησίας μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους (1833-1850) 

Ο    Αθανάσιος Σωτ. Καρυάμης,  πρωτοπρεσβύτερος  στον ναό των Aγίου Βασιλείου του Μεγάλου και Κοσμά του Αιτωλού  στη Νέα Φιλαδέλφεια,      στο έργο του Εκφάνσεις Πολιτειοκρατίας : οι ωμές επεμβάσεις της Πολιτείας στις εκλογές των Προκαθημένων της Εκκλησίας της Ελλάδος (1833-1974) θεωρεί ότι η   ανάμειξη  του κράτους στις εκκλησιαστικές υποθέσεις συνδυάστηκαν με ανώμαλες πολιτικές συνθήκες , όπως ήταν τα  «σιμωνιακά», εκκλησιαστικό και πολιτικό σκάνδαλο του 1875, τα «ευαγγελιακά», βίαια  επεισόδια το 1901 στην Αθήνα λόγω της δημοσιεύσεως στη δημοτική γλώσσα των Ευαγγελίων εκ μέρους  του Αλέξανδρου  Πάλλη,  το « ανάθεμα» εναντίον του  Ελευθερίου  Βενιζέλου( Δεκέμβριος 1916)   και τα πραξικοπήματα των ετών 1925, 1936 και 1967. ( Καρυάμης, ό. π., σελ.26)     

Με βασιλικό διάταγμα   στις 23 Ιουλίου 1833 « ιδρύθηκε η “Ιερά Σύνοδος ”του βασιλείου της Ελλάδος», αυτοκέφαλη και ανεξάρτητη» .Αρχηγός της διοικητικά ήταν ο βασιλέας , ο οποίος διέθετε « την υπερτάτην εκκλησιαστικήν εξουσίαν » .Συντελεστές αυτού του εγχειρήματος υπήρξαν οι αρχιμανδρίτης Θεόκλητος Φαρμακίδης, Μάουρερ, Σκαρλάτος Βυζάντιος , Πανούτσος Νοταράς κλπ.    Ο Αδαμάντιος Κοραής , με το αντιβυζαντινό του πνεύμα,  υποστήριξε την αποδέσμευση της  Ελλάδας από το υπόδουλο Οικουμενικό  Πατριαρχείο .  Η μελέτη του  ελλαδικού  αυτοκέφαλου συντελεί  στο να κατανοήσουμε τη στρεβλή οργάνωση και εξέλιξη του ελληνικού κράτους. Ο Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ οικονόμων ηγήθηκε των ενεργειών  για αποκατάσταση της εκκλησιαστικής ισορροπίας μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Ελλαδικής Εκκλησίας . Ο  Φαρμακίδης αποκαλούσε την ημέρα ανακηρύξεως του αυτοκεφάλου «λαμπράν και ένδοξον» ενώ ο δεύτερος « αρχέκακον και αποφράδα». ( Καρυάμης, ό. π., σελ.52,  48, 51)  

Αν  και  εξεδόθη ο καθιερωμένος Πατριαρχικός και Συνοδικός Τόμος(1850) , δεν κατέστη  δυνατή η κανονική συγκρότηση της Συνόδου , διότι τις  αρχές της αντικανονικής διακηρύξεως (1833) είχε επικυρώσει αυθαίρετα η  Βαυαροκρατία μέσω των επαχθών και αντικανονικών δυναστικών νόμων Σ΄(200) και ΣΑ΄(201) του 1852.  Ωστόσο  η Εκκλησία  της Ελλάδος    «υφίσταται κανονικώς από το 1850 και είναι ενωμένη δογματικώς με τη μητέρα Εκκλησία, καθώς και με τις υπόλοιπες ομόδοξες Εκκλησίες, όντας διοικητικώς ανεξάρτητη». ( Καρυάμης, ό. π., σελ.  59)    

Συνέπειες της αυτοκεφαλίας  

Η αυτοκεφαλία συνετέλεσε ώστε να αμφισβητηθεί το κύρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου ,αφού με την εξάπλωση του εθνικισμού και στον χώρο των Βαλκανίων, οι άλλες ορθόδοξες  εκκλησίες ήταν φυσικό να « απαιτήσουν και αυτές την αυτοκεφαλία τους». Με πατριαρχική συνοδική πράξη του 1882,  η Θεσσαλία   και  τμήμα της Ηπείρου ( Άρτα)  υπήχθησαν στην Εκκλησία της Ελλάδος. Οι  Νέες Χώρες (το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας, η νότια Ηπειρος ,  τα  νησιά του  Βορείου και Ανατολικού  Αιγαίου (Λήμνος ,Θάσος και  Σαμοθράκη, Σάμος, Ικαρία, Λέσβος  και  Χίος) ,  καθώς και η  Κρήτη  )    που απελευθερώθηκαν με τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913),  κατά τη διάρκεια του εθνικού διχασμού (1915-1922)  διακρίνονταν για τα φιλοβενιζελικά  τους φρονήματα .Μετά το 1922  , πάρα πολλοί πρόσφυγες είχαν κατευθυνθεί στη Β. Ελλάδα προς εγκατάσταση .  (Καρυάμης, ό. π., σελ.  59, 68 και 72-73)     

Επιβολή των απόψεων του κράτους κατά την  εκλογή Αρχιεπισκόπων 

Το β΄ μέρος του βιβλίου του πατρός Αθανασίου Καρυάμη  αναφέρεται στην  επιβολή των απόψεων του  κράτους  στις διαδικασίες για  την εκλογή προκαθημένων της ελλαδικής Εκκλησίας.  ( Καρυάμης, ό. π., σελ.79-164) Σύμφωνα με τον νόμο ΣΑ΄/1852  , έπρεπε  να παρίσταται ο βασιλικός επίτροπος στις συνεδριάσεις της Ιεράς Συνόδου  και για να έχει νομιμότητα  η κάθε  απόφασή της ήταν απαραίτητη η υπογραφή του. Η ίδια προτείνει τρεις υποψήφιους αρχιερείς  προς τον βασιλέα  και αυτός  επιλέγει τον έναν .Οι επιλεγέντες ορκίζονταν πίστη στο σύνταγμα , στους νόμους και στον ανώτατο άρχοντα και όχι « εις τους θείους και ιερούς κανόνας.»  ( Καρυάμης, ό. π., σελ. 80)

Ο μητροπολίτης Αθηνών , Μελέτιος Μεταξάκης,  είχε επιχειρήσει  για πρώτη φορά να αποσοβήσει   τις  κρατικές  παρεμβάσεις  στις εκλογές προς ανάδειξη των εκκλησιαστικών   προκαθημένων με τη σύνταξη ενός νομοσχεδίου που περιείχε 210 διατάξεις.  Τα εσωτερικά της ζητήματα θα  ρυθμίζονταν σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες που  δεν θα βρίσκονταν σε σύγκρουση  με τους νόμους της πολιτείας. Καρυάμης,2018, σελ. 564-565 ) Η κυβέρνηση Πλαστήρα κατάργησε τον νόμο  ΣΑ΄/1852.   Οι αρχιερείς των Νέων Χωρών, που είχαν έδρα τη Θεσσαλονίκη.   Αγγελόπουλος, 2, 1998,σελ. 26-27 ), βάσει  του 5ου όρου της πατριαρχικής  συνοδικής πράξεως  του 1928 θα εκλέγονταν  όπως οι Ιεράρχες της Παλαιάς Ελλάδας.(Καρυάμης, ό. π., σελ. 82-83, 115 και  86)

Οι   σχέσεις κατά την περίοδο του Εθνικού Διχασμού  (1915-1922) 

Οι σχέσεις εκκλησίας και πολιτείας  διαμορφώθηκαν  από τις ανώμαλες πολιτικές συνθήκες , ειδικά κατά το διάστημα 1914-1974. Οι αρχιερείς της Παλαιάς Ελλάδας( απελευθερωθείσες περιοχές πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους)  ,  κατά την περίοδο του Εθνικού Διχασμού ( 1915-1922) , είχαν  ταχθεί με το μέρος του βασιλέα Κωνσταντίνου ενώ οι ιεράρχες των Νέων Χωρών με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Στις 12 Δεκεμβρίου του 1916 ,  ο μητροπολίτης Αθηνών Θεόκλητος   ρίχνει « τον λίθο του αναθέματος κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου»  στο  Πεδίο του Άρεως , μετά από πιέσεις των Επιστράτων . Τον Ιούνιο του 1917 επέστρεψε στην Αθήνα ο Ελευθέριος Βενιζέλος , οπότε η κυβέρνησή του αποφάσισε την αλλαγή του καταστατικού της Ιεράς Συνόδου . Με βασιλικό διάταγμα διαλύθηκε η Σύνοδος που συμμετείχε στο ανάθεμα  και ορίστηκε για πρώτη φορά άλλη,  «αριστίνδην  με οπαδούς του κόμματος των Φιλελευθέρων». Το « ειδικό» εκκλησιαστικό δικαστήριο καθαίρεσε τον Αθηνών Θεόκλητο. (   Καρυάμης, ό. π., σελ.117 και 119-120) 

Νέος Μητροπολίτης Αθηνών κατέστη ο Κιτίου Μελέτιος Μεταξάκης , ένθερμος υποστηρικτής του Ελευθερίου Βενιζέλου  στην Κύπρο. Ο Φίλιος Ζαννέτος , ιατρός από τη Λακωνία , εκπροσωπούσε τους βασιλόφρονες στη Μεγαλόνησο. Σημειωτέον ότι η αγγλική κυβέρνηση δεν ήθελε τον  Μεταξάκη στο πηδάλιο της ελλαδικής εκκλησίας, διότι θα προωθούσε το αίτημα των Κυπρίων για Ένωση με την Ελλάδα . Στις 8 Μαρτίου 1918 « έδωσε τη διαβεβαίωσή του  στον βασιλιά Αλέξανδρο Α΄». Τον Νοέμβριο του 1920  ο Βενιζέλος ηττήθηκε στις εκλογές . 

Η νέα φιλοβασιλική κυβέρνηση του Δημητρίου Ράλλη  δεν ήθελε να τη ορκίσει ο Μελέτιος Μεταξάκης και άρχισαν οι διαδικασίες αντικατάστασής του .  Τελικά, στις 19 Δεκεμβρίου του 1920  αποκαταστάθηκε στον θρόνο της Αθήνας ο μητροπολίτης Θεόκλητος Μηνόπουλος και επανήλθαν όλοι οι καταδικασθέντες αρχιερείς.  Ο Μεταξάκης μετέβη στις Η.Π.Α. Αρχικά,   η Επανάσταση του 1922 , με επικεφαλής  τους Νικόλαο Πλαστήρα  και Στυλιανό Γονατά , δεν πίεσε τον Αθηνών Θεόκλητο να παραιτηθεί. (Καρυάμης,  ό. π.,. σελ.  122-127 )

Το  Κράτος και η  Εκκλησία   κατά το διάστημα (1923- 1950) 

Εν τέλει  , η αριστίνδην Σύνοδος στις 23 Φεβρουαρίου 1923 τάχθηκε υπέρ του αρχιμανδρίτη Χρυσόστομου Παπαδόπουλου.  Καταργήθηκαν με  έναν καινούργιο νόμο η πενταμελής Σύνοδος -και μαζί με αυτή- οι νόμοι Σ/1852 και ΣΑ΄/1852.     Ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος , που δεν διατηρούσε καλές σχέσεις με τον Ιωάννη  Μεταξά , απεβίωσε  κατά τη διάρκεια της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου 1936 .    Για δεύτερη φορά, διαρκούντος του 20ού αιώνα,   ανέκυψε ζήτημα  εκκλησιαστικού  προκαθημένου κατά τα έτη 1938-1949.Συνυποψήφιοι υπήρξαν οι μητροπολίτες Κορινθίας , Δαμασκηνός Παπανδρέου, βενιζελικός , μολονότι προερχόταν  από βασιλόφρον  περιβάλλον   και Τραπεζούντας, Χρύσανθος Φιλιππίδης, φιλοβασιλικός . Παρόλο που εξελέγη ο Δαμασκηνός Παπανδρέου, το Συμβούλιο Επικρατείας ,στις 27 Νοεμβρίου 1938 ,κατόπιν πιέσεων ακύρωσε το εκλογικό αποτέλεσμα με ψήφους 8 έναντι 7. Τελικά προκρίθηκε  από τα ανάκτορα και τον Μεταξά ο αρχιεπίσκοπος  Χρύσανθος Φιλιππίδης. Ο Δαμασκηνός είχε εκτοπιστεί στη Μονή Φανερωμένης της  Σαλαμίνας. Ο Αρχιεπίσκοπος   Χρύσανθος δεν όρκισε την κατοχική κυβέρνηση του Γ. Τσολάκογλου . Τότε  συγκλήθηκε στις 2 Ιουλίου 1941 μείζων   Σύνοδος  προς ακύρωση της εκλογής του Χρυσάνθου και επάνοδο του Δαμασκηνού Παπανδρέου. Στις 12 Οκτωβρίου 1944 απελευθερώθηκε η Αθήνα. (Καρυάμης, ό. π.,  σελ. 128- 134)  

Στις 23 Οκτωβρίου 1944 ορκίστηκε ως  πρωθυπουργός ο Γεώργιος Παπανδρέου. Στις 28 Δεκεμβρίου 1944 ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών, Δαμασκηνός, ορκίσθηκε ως αντιβασιλέας , θέση που διατήρησε έως τον Σεπτέμβριο του 1946, όταν επέστρεψε στη χώρα ο βασιλέας Γεώργιος Β΄ μετά  από το διεξαχθέν δημοψήφισμα. (Στις 7 Οκτωβρίου  1946  είχε αναγκαστεί   να υποβάλει τη παραίτησή του όχι στην Ιερά Σύνοδο αλλά στα ανάκτορα   ο πρώην Αθηνών Χρύσανθος ( με ημερομηνία 5 Ιουλίου 1941) . Επί Δαμασκηνού  είχε ψηφιστεί ο νέος Καταστατικός Χάρτης της εκκλησίας ( νόμος 671/1943) που αντικατέστησε  αυτόν το 1923  και ίσχυσε μέχρι το 1968. Στις 28 Μαϊου  1949 απεβίωσε  αιφνιδίως ο Αθηνών Δαμασκηνός. (Καρυάμης, ό. π.,  σελ. 135-136)

Από τον Ιούνιο του 1949 μέχρι την επιβολή του δικτατορικού καθεστώτος(21 Απριλίου 1967)   

H κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη δεν ήθελε την επάνοδο   στον αρχιεπισκοπικό θρόνο του πρώην Χρύσανθου και έτσι στις 4 Ιουνίου 1949 εξελέγη με 42 θετικές ψήφους ο μητροπολίτης  Σπυρίδων Βλάχος  που εξεδήμησε εις Κύριον  στις 21 Μαρτίου του 1956. Για μικρή χρονική περίοδο διάδοχός του υπήρξε ο Λαρίσης Δωρόθεος Κοτταράς   ο οποίος είχε πεθάνει στις 26 Ιουλίου 1957, μετά από εγχείρηση.  Τον διαδέχθηκε ο μητροπολίτης Πατρών , Θεόκλητος Β. Παναγιωτόπουλος  (Καρυάμης,σελ.149 )που πέθανε στις 8 Ιανουαρίου 1962  .  Νέος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών εξελέγη  ο Αττικής και Μεγαρίδος  Ιάκωβος Γ΄ Βαβανάτσος  με συνυποψήφιό  του  τον αρχιμανδρίτη Ιερώνυμο Κοτσώνη. Πολλοί υπήρξαν όσοι διαφώνησαν με την εκλογή του και κατέθεσαν μηνύσεις εναντίον του εξαιτίας ψιθύρων για ηθικά σκάνδαλα. Στην τελετή ενθρονίσεώς του δεν παρέστη η κυβέρνηση. Τελικά παραιτήθηκε πριν από την ανακοίνωση  των αποτελεσμάτων των ανακρίσεων. (Καρυάμης, ό. π., σελ. 147- 148 και  150 -152 ) 

«Τη δεκαετία του 1960, εκδηλώθηκε η πολιτειοκρατική διάθεση των ελληνικών κυβερνήσεων με πολύ άγριο τρόπο», με χαρακτηριστικό  παράδειγμα τον νόμο 4589/1966 , που έθετε ως όριο για τους μητροπολίτες το ογδοηκοστό έτος της ηλικίας. « Με ειδική διάταξη εξαιρείται ο προκαθήμενος της εκκλησίας».  Οι ιεροί εκκλησιαστικοί  κανόνες δεν καθιέρωναν όριο για τους αρχιερείς. (Καρυάμης, ό. π.,   σελ. 156-157   )

Επί δικτατορίας (1967-1974)  

Ο βασιλέας Κωνσταντίνος Β΄ έδωσε  εντολή στον αρχιμανδρίτη   Ιερώνυμο  Κοτσώνη να ορκίσει τη  δικτατορική  κυβέρνηση της 21ης Απριλίου 1967.   Σύμφωνα με τον αναγκαστικό νόμο 3/1967  « η Ιερά Σύνοδος συγκροτείται από τον αρχιεπίσκοπο Αθηνών με οκτώ συνέδρους », διορισμένους αριστίνδην ώστε ο καινούργιος αρχιεπίσκοπος να συνεργάζεται  με το στρατιωτικό καθεστώς .  Τα δύο νομοθετήματα  του μεταξικού καθεστώτος  καθορίζουν τον τρόπο εκλογής  του προκαθημένου  και των λοιπών  αρχιερέων. Οι τρεις συνυποψήφιοι( το « τριπρόσωπο» )  για τη θέση του προκαθημένου ήταν   «ο  αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος  Κοτσώνης , που πήρε οκτώ ψήφους, ο μητροπολίτης Πατρών Κωνσταντίνος που  πήρε  επτά ψήφους και ο μητροπολίτης Τρίκκης   και Σταγών Διονύσιος , που έλαβε και αυτός επτά ψήφους.»  Η ενθρόνιση του Ιερωνύμου  Α΄ έγινε τον Μάιο του 1967 ,ηττήθηκε στις εκλογές του Μαϊου του 1973  και παραιτήθηκε  στις 15 Δεκεμβρίου 1973. Η Ιερά Σύνοδος , με την ειδική σύνθεσή της στις 12 Ιανουαρίου 1974  και , αφού συζήτησε με τον παρόντα αρμόδιο υπουργό προέβη στην κατάρτιση του τριπροσώπου, στο οποίο περιλαμβάνονταν οι  Σερβίων και Κοζάνης Διονύσιος ,   Μεσσηνίας Χρυσόστομος και  Ιωαννίνων Σεραφείμ. Εν τέλει  προκρίθηκε ο Σεραφείμ Τίκας, με προεδρικό διάταγμα το οποίο είχαν  υπογράψει ο στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης  και το υπουργικό συμβούλιο. Στις 16 Ιανουαρίου 1974 έγινε η ενθρόνισή του. (Καρυάμης, ό. π.,   σελ.159-161 και 164) 

Συμπερασματικά, « οι πιέσεις στην εκκλησία δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν , πράγμα που αποδεικνύει το κύρος που είχε στους ορθοδόξους πιστούς. «Ο Καταστατικός Χάρτης (σ.σ. της Εκκλησίας της Ελλάδος ) του 1923 έδωσε πρώτη φορά τη δυνατότητα στην Ιερά Σύνοδο να εκλέξει τον πρόεδρό της. Μέχρι τότε επιλέγονταν από τον βασιλιά ή την κυβέρνηση.(…) Οι δικτατορίες του Θ, Πάγκαλου και Ι.  Μεταξά  επανέφεραν  το “κλασικό ” σύστημα πολιτειοκρατίας.»    

 Για αυτόν τον λόγο , η πολιτεία φρόντιζε να « “βοηθάει” στους συσχετισμούς δυνάμεων μέσα στον εκκλησιαστικό χώρο, για να ελέγχει τις δημόσιες παρεμβάσεις  της σε περιόδους κρίσεων.(…)  Μέσα σε αυτό το συγκεκριμένο πλαίσιο που όριζε  η πολιτεία στην Ελλάδα , η ορθόδοξη εκκλησία της Ελλάδας  υπηρετούσε σε δύσκολους καιρούς την ιδέα της εθνικής συγκρότησης  και ολοκλήρωσης ,  με το ανάλογο τίμημα σε κάθε εποχή.» (Καρυάμης, ό.π., σελ.168-169)  

 To  βιβλίο του πρωτοπρεσβυτέρου Αθανασίου Σωτ. Καρυάμη είναι ρηξικέλευθο και εμπεριστατωμένο, αποτέλεσμα επίπονης προσπάθειας , απευθύνεται σε απαιτητικούς αναγνώστες αλλά και σε ερευνητές και μελετητές , διότι φωτίζει πτυχές όχι μόνο της νεότερης και σύγχρονης εκκλησιαστικής ιστορίας αλλά και της αντίστοιχης πολιτικής  στην αλληλεπίδρασή τους. Ως εκ τούτου,   πρέπει να κοσμεί κάθε βιβλιοθήκη. 

Ενδεικτικά καταγράφονται τα εξής βιβλία του:

-Τα δημοσιεύματα των φιλοβενιζελικών αθηναϊκών εφημερίδων για τον Αθηνών Μελέτιο Μεταξάκη (1918-1920), Αθήνα: Ηρόδοτος, Ιούνιος 2018.

 – Εκφάνσεις Πολιτειοκρατίας: οι ωμές επεμβάσεις της Πολιτείας στις εκλογές των Προκαθημένων της Εκκλησίας της Ελλάδος( 1833-1974), πρόλογος: Παναγιωτόπουλος Αντ. Ιωάννης, Αθήνα: Ηρόδοτος, Σεπτέμβριος 2020.

Από τον Εθνικό στον Εκκλησιαστικό Διχασμό. Τα προηγηθέντα του Αναθέματος στον Βενιζέλο (1916) και τα μετέπειτα επί αναμίξει εις κοσμικάς φροντίδας, φιλολ. επιμέλεια: Ιωάννης  Χρ. Ιακωβίδης,  Αθήνα: Ηρόδοτος, 2021.

– Σημεία τριβής στις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας. Η περίπτωση του πρώην Αθηνών Ιακώβου Γ΄ Βαβανάτσου (1895-1984) και η στάση του εγχώριου Τύπου, πρόλογος: Θανάσης Χρήστου, φιλολ. επιμέλεια: Ιωάννης  Χρ. Ιακωβίδης,  Αθήνα: Ηρόδοτος, 2022.

– Ο αντίκτυπος στη Εκπαίδευση της εμπλοκής Εκκλησίας και Πολιτείας στο γλωσσικό ζήτημα, Ανάτυπο από το φιλολογικό περιοδικό « Παρνασσός» 59 (2023), Αθήνα: Ηρόδοτος, 2023, σελ. 397-431.

Με τον Γεράσιμο Ν. Καραμπελιά, Καθηγητή του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και τον π. Αθανάσιο Σωτ. Καρυάμη στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Αθηνών ( 22 Νοεμβρίου 2023) 

Στο κέντρο ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας , Φιλαδελφείας , Ηρακλείου και Χαλκηδόνας κ. Γαβριήλ με τον πρωτοπρεσβύτερο Αθανάσιο Σωτ. Καρυάμη και τον γράφοντα στον ιερό ναό των Αγίων Κοσμά του Αιτωλού και Βασιλείου της Νέας Φιλαδέλφειας ( 24 Αυγούστου 2024)

*Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, φιλόλογος, ιστορικός , πολιτικός επιστήμων και συγγραφέας