Στη στεγαστική κρίση στη χώρα μας αφιερώνει το κεντρικό της θέμα σήμερα Δευτέρα (27/10) η ελληνική έκδοση της Deutsche Welle.
Στο ρεπορτάζ με τον εύγλωττο τίτλο «Ελλάδα: Καταρρίπτοντας τα αφηγήματα για το στεγαστικό», επικαλείται στοιχεία από επίσημους φορείς για να θέσει τελικά το ερώτημα αν η κυβέρνηση θέλει πραγματικά να λύσει το πρόβλημα που «στοιχειώνει» χιλιάδες πολίτες και οικογένειες σε όλη τη χώρα.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ της DW, για τους Έλληνες, και ιδιαίτερα τους Αθηναίους, η εποχή που ήταν σχετικά εύκολο να βρει κανείς σπίτι – είτε για ενοικίαση είτε για αγορά – ανήκει πλέον στο παρελθόν.
Χιλιάδες αναζητούν οικονομικά προσιτή στέγη χωρίς αποτέλεσμα, ενώ όσοι ήδη μένουν σε ενοικιαζόμενα σπίτια δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις.
Σύμφωνα με έρευνα της Eurostat το φθινόπωρο του 2024, εξαιρουμένων όσων ζουν στα όρια της φτώχειας, το 17,7% των ενοικιαστών στην Ελλάδα δεν κατάφερε να πληρώσει το ενοίκιό του – το υψηλότερο ποσοστό σε όλη την ΕΕ.
Κατακόρυφη αύξηση ενοικίων
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ, η κυβέρνηση δηλώνει ότι η ανακούφιση των ενοικιαστών αποτελεί «ύψιστη προτεραιότητα», αλλά τα ημίμετρα και οι γενικότερες οικονομικές προτεραιότητες δείχνουν μια διαφορετική πραγματικότητα.
Από το 2018 έως το 2023 τα ενοίκια αυξήθηκαν έως και 52,1%, παρά την προσωρινή επιβράδυνση λόγω πανδημίας, ενώ μόνο από τον Μάιο του 2024 έως τον Μάιο του 2025 καταγράφηκε περαιτέρω αύξηση 10,9%, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
Το 2023, το 28,5% των ελληνικών νοικοκυριών ήταν υπερχρεωμένα λόγω κόστους στέγασης, έναντι 8,8% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, με τους Έλληνες πολίτες να δαπανούν κατά μέσο όρο το 35,2% του εισοδήματός τους για ενοίκιο, ρεκόρ στην ΕΕ.
Τα «χρυσά» σπίτια και οι «χρυσές βίζες»
Σε ό,τι αφορά την αγορά κατοικιών, το ρεπορτάζ σημειώνει ότι η κατάσταση είναι ακόμα δυσκολότερη: ένας μέσος μισθωτός στην Αθήνα χρειάζεται θεωρητικά 12 χρόνια πλήρους αποταμίευσης για να αγοράσει ένα διαμέρισμα 60 τ.μ., ενώ οι τιμές ακινήτων από το 2017 έως το 2024 αυξήθηκαν κατά 71%, με τον μέσο μισθό να ανεβαίνει μόνο κατά 17%.
Ένας βασικός λόγος για τη στεγαστική κρίση είναι η πολιτική των golden visa, που οδήγησε σε αγορά ακινήτων από ξένα κεφάλαια και περιορισμένη διαθεσιμότητα οικονομικών κατοικιών για τους ντόπιους.
Μακροπρόθεσμα, η πολιτική αυτή ενισχύει τη δυσαναλογία μεταξύ των περιουσιακών στοιχείων των Ελλήνων και της ακίνητης περιουσίας που ελέγχουν οι ξένοι, οδηγώντας σε περαιτέρω αύξηση τιμών και ενοικίων.
«Λανθασμένη η πολιτική της golden visa»
«Προκειμένου να εισέλθει ρευστό στη χώρα, εμείς οι Έλληνες πουλήσαμε πραγματικά assets, κάτι το οποίο στο άμεσο αλλά και στο απώτερο μέλλον, θα μας φέρει σε πιο δυσχερή θέση» σχολιάζει μιλώντας στην DW ο Κοσμάς Μαρινάκης, senior lecturer Οικονομικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Διοίκησης Επιχειρήσεων της Σιγκαπούρης και δημιουργός του δημοφιλούς καναλιού Greekonomics.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η πολιτικής της golden visa «είναι λανθασμένη – και έχουμε αρχίσει ήδη να βλέπουμε αποτελέσματα που το στοιχειοθετούν πάρα πολύ πειστικά αυτό».
Όπως παρατηρείται επιπλέον σε πρόσφατη έκθεση του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών για τις Χρυσές Βίζες που ξεκίνησαν το 2019, πολλοί κατασκευαστές στρέφονται πλέον σε έργα πολυτελών ακινήτων (με στόχο να αγοραστούν αυτά από ξένα κεφάλαια), η διαθεσιμότητα οικονομικών ενοικιάσεων για τους ντόπιους παραμένει περιορισμένη και ως αποτέλεσμα η ζήτηση για τις σχετικά λίγες, προσιτές μονάδες στην αγορά αυξάνεται ολοένα περισσότερο.
Ως εκ τούτου τα ενοίκια και οι τιμές αγοράς «σκαρφαλώνουν» όλο και πιο ψηλά.
Ημίμετρα το «Ανακαινίζω-Νοικιάζω» και η επιστροφή ενός ενοικίου
Το ρεπορτάζ αναφέρεται παράλληλα στο πρόγραμμα «Ανακαινίζω-Νοικιάζω» και στην επιστροφή ενός ενοικίου τον χρόνο, κάνοντας λόγο για ημίμετρα που λαμβάνει η κυβέρνηση, τα οποία απλώς ανεβάζουν έμμεσα τις τιμές.
Ο καθηγητής Κοσμάς Μαρινάκης τονίζει πως το πρόβλημα δεν είναι μόνο στεγαστικό, αλλά οικονομικό: τα εισοδήματα παραμένουν στάσιμα και δεν ακολουθούν την ανοδική πορεία των ενοικίων, γεγονός που καθιστά την κατοικία ολοένα πιο δυσπρόσιτη.
Στην πρόσφατη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός ανέφερε χαρακτηριστικά πως πρέπει «να κοιτάμε και τις δύο πλευρές», όταν εξετάζουμε το στεγαστικό.
Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών όμως (ανα)γνωρίζει και τις δύο πλευρές: και το πόσο δεινή είναι η θέση στην οποία βρίσκονται οι ενοικιαστές, αλλά και το πόσο επωφελούνται οι ιδιοκτήτες, καταλήγει το ρεπορτάζ.


