Τρίτη, 5 Αυγούστου, 2025

Top 5 άρθρα

Σχετικά άρθρα

Δασμοί και η αντιμετώπιση των επεκτατικών διαθέσεων της Ρωσίας

Ατσαλάκης Γιώργος, Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Επιστημονικών Δεδομένων

Η τρέχουσα διεθνής πραγματικότητα χαρακτηρίζεται από μια έντονη σύγκρουση μεταξύ ελεύθερων δημοκρατιών και αυταρχικών καθεστώτων, με επίκεντρο την Ουκρανία και τις ευρύτερες στρατηγικές ισορροπίες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ιαπωνία, έχουν εγκαινιάσει ένα νέο πλαίσιο εμπορικής και γεωπολιτικής πολιτικής που συνδυάζει οικονομική πίεση, στρατηγική απομόνωση των αυταρχικών κρατών και αναδιάταξη της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων. Η επιβολή δασμών και κυρώσεων εντάσσεται σε μια στρατηγική που στοχεύει στην αποδυνάμωση της ρωσικής επιθετικότητας και στη δημιουργία συνθηκών που θα ανακόψουν την αναβίωση επεκτατικών πολιτικών εκ μέρους αυταρχικών δυνάμεων με αυτοκρατορικό παρελθόν όπως η Τουρκία, το Ιράν, η Ρωσία, η Κίνα κλπ., που ονειρεύονται να αναστήσουν τις χαμένες αυτοκρατορίες τους.

Η βασική λογική αυτής της στρατηγικής έγκειται στην κατανόηση ότι τα χρήματα αποτελούν το ισχυρότερο όπλο ενός κράτους που επιδιώκει στρατιωτική επιρροή και αναθεωρητικές πολιτικές. Οι εξαγωγές πετρελαίου, φυσικού αερίου και πρώτων υλών αποτελούν τον κύριο μηχανισμό μέσω του οποίου η Ρωσία χρηματοδοτεί τις επιχειρήσεις της στην Ουκρανία. Η διακοπή ή η δραστική μείωση της ροής αυτών των εσόδων ισοδυναμεί με άμεσο πλήγμα στη δυνατότητα της Μόσχας να διατηρήσει παρατεταμένη στρατιωτική δραστηριότητα και να ασκεί πολιτική επιρροή. Με απλά λόγια, η οικονομική απομόνωση είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να εξουδετερωθεί η στρατιωτική απειλή που προκύπτει από το Κρεμλίνο.

Σε αυτό το πλαίσιο, η εμπορική συμφωνία ΗΠΑ–ΕΕ της 27ης Ιουλίου αποκτά καθοριστική σημασία. Η συμφωνία αυτή, που επετεύχθη  πέντε ημέρες μετά την αντίστοιχη συμφωνία ΗΠΑ–Ιαπωνίας, αποσκοπεί στην αποφυγή ενός γενικευμένου εμπορικού πολέμου. Η προγραμματισμένη αύξηση των δασμών της 1ης Αυγούστου ακυρώθηκε, όπως και τα ευρωπαϊκά αντίποινα σε αμερικανικές εξαγωγές αξίας 93 δισεκατομμυρίων ευρώ της ΕΕ. Παράλληλα, η συμφωνία προβλέπει μηδενικούς δασμούς σε κρίσιμα προϊόντα, όπως αεροσκάφη και εξαρτήματα, χημικά, γενόσημα φάρμακα, εξοπλισμό ημιαγωγών, γεωργικά προϊόντα, φυσικούς πόρους και πρώτες ύλες στρατηγικής σημασίας. Αυτή η διάταξη δεν αφορά μόνο την οικονομία, αλλά και τη στρατηγική ασφάλεια, ενισχύοντας την τεχνολογική διασύνδεση ΗΠΑ–ΕΕ και την κοινή τους ικανότητα να ανταγωνίζονται αυταρχικά κράτη σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας και υψηλής τεχνολογίας.

Η παράλληλη απόφαση των ΗΠΑ να συντομεύσει τη διορία προς τη Ρωσία για κατάπαυση πυρός στην Ουκρανία από 50 σε μόλις 10–12 ημέρες, συνοδευόμενη από την απειλή αυστηρών κυρώσεων και δευτερογενών δασμών, εντάσσεται στη λογική της επιθετικής οικονομικής διπλωματίας. Η Ουάσινγκτον δεν περιορίζεται πλέον στην άμεση αντιπαράθεση με τη Ρωσία· στοχοποιεί επίσης τρίτες χώρες που συνεχίζουν να συναλλάσσονται μαζί της, καθιστώντας σαφές ότι η στήριξη της Μόσχας συνεπάγεται υψηλό οικονομικό κόστος. Η στρατηγική αυτή συνιστά ουσιαστικά μια νέα μορφή δευτερογενών κυρώσεων, η οποία μετατρέπει την οικονομία σε βασικό μέσο γεωπολιτικής πίεσης.

Η Κίνα, αν και δεν προβάλλεται στο προσκήνιο αυτών των εξελίξεων, αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της εξίσωσης. Η στήριξη που παρέχει στη Ρωσία —μέσω αγορών ενέργειας, πρώτων υλών και δυνητικής τεχνολογικής συνεργασίας— συνιστά τον κεντρικό λόγο για τον οποίο η νέα διατλαντική συμμαχία παρακολουθείτε με ανησυχία από το Πεκίνο. Η Ευρώπη και οι ΗΠΑ επιδιώκουν να αποθαρρύνουν κάθε κίνηση που θα μπορούσε να επιτρέψει στη Ρωσία να παρακάμψει τις κυρώσεις. Η οικονομική ευθυγράμμιση των δυτικών δυνάμεων στέλνει σαφές μήνυμα ότι η παραβίαση αυτού του πλαισίου θα συνεπάγεται σημαντικό κόστος, ενδεχομένως και για τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της Ρωσίας όπως την Κίνα και την Ινδία.

Η στρατηγική αυτή δεν περιορίζεται στη Ρωσία, αλλα λειτουργεί ταυτόχρονα ως προειδοποίηση προς ένα ευρύτερο μπλοκ αυταρχικών καθεστώτων που συνδυάζουν εσωτερική καταπίεση με εξωτερική επιθετικότητα. Τουρκία, Ιράν, Ρωσία και Κίνα μοιράζονται ένα κοινό χαρακτηριστικό: έχουν αυτοκρατορικό παρελθόν, στερούν τον πλούτο από τον λαό, μετατρέπουν τον παραγόμενο πλούτο σε στρατιωτική ισχύ, επιδιώκοντας την αναβίωση των χαμένων αυτοκρατοριών τους. Η οικονομική τους ευημερία δεν αντανακλάται στην καθημερινότητα των πολιτών τους, αλλά διοχετεύεται σε εξοπλιστικά προγράμματα και παρεμβατισμό. Η επιβολή δασμών και η χρήση της οικονομίας ως όπλου επιδιώκει να πλήξει ακριβώς αυτή τη δυναμική, διακόπτοντας τη ροή χρημάτων που τροφοδοτεί τις επεκτατικές πολιτικές τους.

Στρατηγικά, η νέα εμπορική και γεωπολιτική αρχιτεκτονική που οικοδομεί η Ουάσινγκτον επιχειρεί μια διπλή κίνηση: από τη μία πλευρά, περιορίζει την ικανότητα της Ρωσίας να διεξάγει πόλεμο μέσω οικονομικής απομόνωσης· από την άλλη, διαμορφώνει ένα διεθνές περιβάλλον στο οποίο η Κίνα θα αναγκαστεί να επανεξετάσει το κόστος της συμμαχίας της με τη Μόσχα. Η προοπτική να χάσει πρόσβαση στις κορυφαίες εξαγωγικές αγορές της —τις ΗΠΑ, την ΕΕ και την Ιαπωνία— σε μια περίοδο εσωτερικής οικονομικής αστάθειας, συνιστά μια ισχυρή αποτρεπτική δύναμη.

Η εφαρμογή αυτής της στρατηγικής ενέχει ωστόσο προκλήσεις. Η ιστορία δείχνει ότι οι κυρώσεις και οι δασμοί, αν δεν συνοδεύονται από ευρύτερη διπλωματική στρατηγική, μπορούν να οδηγήσουν σε παρατεταμένες κρίσεις χωρίς οριστικό αποτέλεσμα. Οι αντάρτικες ή παρακρατικές δομές, όπως και τα οργανωμένα δίκτυα εξουσίας που διαχειρίζονται οι ολιγαρχίες, δεν καταρρέουν εύκολα. Αντίθετα, συχνά προσαρμόζονται, αξιοποιώντας παράλληλες οικονομίες, σκιώδεις εμπορικές διαδρομές και εναλλακτικά χρηματοπιστωτικά συστήματα. Για τον λόγο αυτόν, η οικονομική πίεση πρέπει να συνδυαστεί με πολιτική απομόνωση, ενίσχυση της δυτικής συνοχής και στρατηγική υποστήριξη σε χώρες που μπορούν να υποκαταστήσουν τις ενεργειακές και εμπορικές ανάγκες της Ευρώπης.

Συνοψίζοντας, η χρήση δασμών και οικονομικών κυρώσεων ως εργαλείο για την αντιμετώπιση των επεκτατικών διαθέσεων της Ρωσίας εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική αναδιάταξης της παγκόσμιας τάξης. Η διατλαντική συνεργασία ΗΠΑ, ΕΕ, και Ιαπωνίας προσδίδει σε αυτήν τη στρατηγική παγκόσμια διάσταση, περιορίζοντας τα περιθώρια δράσης όχι μόνο της Ρωσίας, αλλά και των συμμάχων της. Η οικονομία μετατρέπεται σε κύριο μέσο άσκησης ισχύος, με στόχο να κοπεί η ροή χρημάτων που τροφοδοτεί την αυταρχική επεκτατικότητα. Παρά τις δυσκολίες, η στρατηγική αυτή αναδεικνύει ότι, στον 21ο αιώνα, η μάχη για την παγκόσμια σταθερότητα διεξάγεται εξίσου στα πεδία των αγορών όσο και στα πεδία των μαχών. Η αντιμετώπιση της Ρωσίας μετά από το Ιράν,  έρχεται ως μήνυμα στην Τουρκία και στην Κίνα. Στη συνέχεια σειρά θα έχει η επεκτατικότητα της Τουρκίας και της Κίνας.