Μια νέα σελίδα στη μακρόχρονη ιστορία της ΔΕΗ γράφεται με την είσοδό της στον χώρο της παροχής ευρυζωνικών υπηρεσιών, μέσω της πλατφόρμας ΔΕΗ Fiber. Πρόκειται για μια στρατηγική κίνηση, η οποία εντάσσεται στο ευρύτερο σχέδιο μετασχηματισμού της εταιρείας και την προσαρμογή της στις τεχνολογικές και επιχειρηματικές απαιτήσεις της νέας εποχής.
Η ΔΕΗ, η οποία για δεκαετίες αποτελούσε τη βασική πηγή ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα, επιχειρεί να κεφαλαιοποιήσει το εθνικής εμβέλειας δίκτυό της, επεκτείνοντας τις υποδομές της και στον τομέα των οπτικών ινών, διεκδικώντας μερίδιο σε μια ιδιαίτερα ανταγωνιστική και κορεσμένη αγορά: αυτή της σταθερής τηλεπικοινωνίας και του γρήγορου internet.
Το μοντέλο που υιοθετεί η ΔΕΗ στηρίζεται στην αξιοποίηση του υφιστάμενου δικτύου της διανομής ρεύματος, στο οποίο εγκαθιστά οπτικές ίνες, μειώνοντας έτσι το κόστος επένδυσης και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα σε σύγκριση με αντίστοιχα έργα από το μηδέν. Ήδη, πιλοτικές εγκαταστάσεις έχουν ξεκινήσει σε αστικές περιοχές, ενώ στόχος είναι η σταδιακή κάλυψη μεγάλου μέρους της επικράτειας με δυνατότητα ταχυτήτων έως και 1 Gbps.
Η στρατηγική αυτή βασίζεται σε ένα μοντέλο χονδρικής (wholesale model), όπου η ΔΕΗ δεν παρέχει άμεσα υπηρεσίες λιανικής στον τελικό καταναλωτή, αλλά προσφέρει το δίκτυο της σε παρόχους, οι οποίοι το χρησιμοποιούν για να φέρουν γρήγορο internet στους πελάτες τους.
Η είσοδος της ΔΕΗ σε μια αγορά που κυριαρχείται από ισχυρούς τηλεπικοινωνιακούς παρόχους – όπως ο ΟΤΕ, η Vodafone και η Nova – δημιουργεί νέα δεδομένα. Μπορεί η εταιρεία να έχει σημαντική εμπειρία σε ζητήματα υποδομών και δικτύων, ωστόσο ο κόσμος των τηλεπικοινωνιών έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, τεχνογνωσία και ρυθμιστικές απαιτήσεις.
Η πρόκληση για τη ΔΕΗ είναι να χτίσει αξιοπιστία και διαθεσιμότητα σε έναν χώρο όπου ο ανταγωνισμός δεν περιορίζεται στις τιμές, αλλά επεκτείνεται στην ποιότητα υπηρεσιών, την τεχνική υποστήριξη και την καινοτομία.
Η νέα αυτή επιχειρηματική κίνηση φωτίζει και τον ευρύτερο μετασχηματισμό της ΔΕΗ, η οποία δεν αποτελεί πλέον τον μονοπωλιακό πάροχο του παρελθόντος. Αν και για δεκαετίες λειτούργησε ως δημόσια ΔΕΚΟ, σήμερα η ΔΕΗ είναι ανώνυμη εταιρεία εισηγμένη στο Χρηματιστήριο, λειτουργεί σε ανταγωνιστικό περιβάλλον και δεν εξαρτάται από τον κρατικό προϋπολογισμό για την οικονομική της επιβίωση.
Τα έσοδά της προέρχονται από την εμπορική της δραστηριότητα, ενώ η κρατική συμμετοχή – μέσω του Υπερταμείου – είναι μειοψηφική. Ενισχύσεις από το κράτος υπάρχουν, αλλά στοχεύουν σε κοινωνικά τιμολόγια και ελαφρύνσεις για τους καταναλωτές, όχι στη στήριξη της εταιρείας καθαυτής.
Στάσσης-Πατεράκης για την επόμενη ημέρα
Η επέκταση της ΔΕΗ στον τομέα του internet δεν αποτελεί μόνο επιχειρηματική πρόκληση αλλά και σύμβολο της ψηφιακής μετάβασης της επιχείρησης.
Η εταιρεία προσπαθεί να αποτινάξει τη «βαριά» εικόνα του κρατικοδίαιτου παρελθόντος και να επανατοποθετηθεί ως σύγχρονος ενεργειακός και τεχνολογικός πάροχος, με δράσεις που ξεπερνούν την παραδοσιακή έννοια της παροχής ρεύματος. Το ηγετικό δίδυμο, ο διευθύνων σύμβουλος Γ. Στάσσης και ο αναπληρωτής CEO Αλ. Πατεράκης προσπαθούν να απαλλαγούν από αγκυλώσεις και γραφειοκρατίες δεκαετιών, τεχνικά προβλήματα και καθυστερήσεις στην αποκατάσταση του δικτύου ΔΕΗ/ΔΕΔΔΗΕ και να δώσουν νέο όραμα για την εταιρεία,
Το κατά πόσο αυτή η στρατηγική θα πετύχει, θα εξαρτηθεί όχι μόνο από τις τεχνικές δυνατότητες των υποδομών της, αλλά και από την ικανότητά της να ενσωματωθεί σε μια αγορά που απαιτεί ευελιξία, ταχύτητα και προσανατολισμό στον πελάτη.
Σε κάθε περίπτωση, η παρουσία της ΔΕΗ στο χώρο των τηλεπικοινωνιών μπορεί να λειτουργήσει και ως πιλοτικό μοντέλο για το πώς μεγάλες δημόσιες ή πρώην δημόσιες επιχειρήσεις μπορούν να επαναπροσδιορίσουν το ρόλο τους στην ψηφιακή εποχή, χωρίς να βασίζονται αποκλειστικά στην κρατική προστασία.
Πρόκειται για ένα βήμα με σοβαρό επιχειρηματικό ρίσκο, αλλά και με σημαντικό στρατηγικό βάθος — ένα πείραμα που αξίζει να παρακολουθήσουμε στενά.