Πέμπτη, 16 Μαΐου, 2024

Top 5 άρθρα

Σχετικά άρθρα

Ανάλυση: Ο «πολιτικός ακρωτηριασμός» του Νετανιάχου από τον Μπάιντεν

Της Βάνας Κουτρουλού

Την ώρα που ο πόλεμος στη Γάζα συνεχίζεται, ο Αμερικανός Πρόεδρος και ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός έχουν εγκλωβιστεί σε μία δημόσια αντιπαράθεση σχετικά με την επιχειρησιακή στρατηγική, την πολιτική ηγεσία, ακόμη και τον αριθμό των θυμάτων μεταξύ των αμάχων.

Κορυφώνεται αυτή την εβδομάδα το δράμα μεταξύ των δύο ηγετών, μετασχηματίζοντας τις σχέσεις ΗΠΑ – Ισραήλ.

Τελευταία πηγή έντασης είναι η επιμονή του Μπένιαμιν Νετανιάχου να προχωρήσει η επιχείρηση του ισραηλινού στρατού στη Ράφα, κατά μήκος των συνόρων με την Αίγυπτο, όπου έχουν βρει καταφύγιο 1,5 εκατομμύριο εκτοπισμένοι Παλαιστίνιοι.

Παρά τις διεθνείς πιέσεις και προειδοποιήσεις για επικείμενη ανθρωπιστική καταστροφή, το Ισραήλ έχει καταστήσει σαφές στις ΗΠΑ ότι θα συνεχίσει μέχρι την τελική εξόντωση της Χαμάς. Η οργάνωση  που προκάλεσε τον θάνατο 1.200 ανθρώπων πριν από πέντε μήνες στο νότιο Ισραήλ και πήρε 253 ομήρους. Η στρατιωτική εκστρατεία αντιποίνων του Ισραήλ, από την άλλη πλευρά, έχει προκαλέσει τον θάνατο πλέον των 31.000 Παλαιστινίων, σύμφωνα με τις υγειονομικές αρχές στη Γάζα.

“Στα κάγκελα” οι Αμερικανοί

Ο Τζο Μπάιντεν δήλωσε το Σαββατοκύριακο σε συνέντευξή του στο MSNBC ότι η Ράφα ήταν μια «κόκκινη γραμμή», προσμένοντας από το Ισραήλ ένα «αξιόπιστο και εφαρμόσιμο σχέδιο» για την προστασία των αμάχων.

Ακολούθησε έκθεση των Υπηρεσιών Ασφαλείας των ΗΠΑ που ανέφερε ότι ο Νετανιάχου θα μπορούσε να ανατραπεί. Μιλώντας για αυτήν την έκθεση ενώπιον μιας επιτροπής της Γερουσίας, ο διευθυντής της CIA, Γουίλιαμ Μπερνς, είπε: «Ανησυχώ ότι η συμπεριφορά του Νετανιάχου στον πόλεμο απειλεί να υπονομεύσει την υποστήριξη προς το Ισραήλ μακροπρόθεσμα, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ».

Σε ομιλία του ενώπιον της Γερουσίας, ο επικεφαλής των Δημοκρατικών Τσακ Σούμερ, εβραϊκής καταγωγής, ζήτησε νέες εκλογές για την αντικατάσταση του Νετανιάχου, κατηγορώντας τον ότι αποτελεί εμπόδιο για την ειρήνη και υποστηρίζοντας ότι αυτός και η «εξτρεμιστική κυβέρνησή» του δεν μπορούν να παραμείνουν στη θέση τους, μόλις τελειώσει ο πόλεμος.

Ισραηλινοί πολιτικοί έσπευσαν να μιλήσουν για παρέμβαση των ΗΠΑ στα εσωτερικά ζητήματα του κράτους.

Εν όψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου, το Δημοκρατικό Κόμμα δείχνει σημάδια νευρικότητας για τον αντίκτυπο που θα μπορούσε να έχει ο πόλεμος στη Γάζα στην επανεκλογή του Μπάιντεν έναντι του αντιπάλου του, Ντόναλντ Τραμπ.

Οι Δημοκρατικοί θέλουν να εξηγήσουν στους ψηφοφόρους τους ότι υποστηρίζουν το Ισραήλ. Όχι την κυβέρνησή του και, αν χρειαστεί, δεν θα διστάσουν να δείξουν το σκληρό τους πρόσωπο στον στενό σύμμαχό τους.

Ο πόλεμος της Γάζας και οι διπλωματικές αντιπαραθέσεις που προκύπτουν μεταξύ Ισραήλ-ΗΠΑ θα αποδειχθούν σημείο καμπής για την σταδιοδρομία των πολιτικών και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

Στην Ουάσιγκτον για την επόμενη μέρα

Οι περισσότεροι πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι επειδή είναι εκλογική χρονιά ο Μπάιντεν θα επιχειρήσει να ακροβατήσει προσεκτικά ανάμεσα στο αν θα αποφασίσει να πιέσει τον Νετανιάχου, βάζοντας περιορισμούς στην προμήθεια όπλων ή αν θα αποσύρει την διπλωματική θωράκιση, που προσφέρει στο Ισραήλ στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ο αντίπαλός του Ντόναλντ Τραμπ, εξάλλου, θα παρουσίαζε τέτοιες κινήσεις ως απειλές για την ασφάλεια του Ισραήλ.

Η πιο ασφαλής επιλογή για τον Μπάιντεν είναι η στρατηγική της σταδιακής αποστασιοποίησης από το Νετανιάχου. Ο Ισραηλινός ηγέτης, την ίδια ώρα, βλέπει τα ποσοστά δημοτικότητάς του σε ελεύθερη πτώση.

Η πρόσφατη υποδοχή στην Ουάσινγκτον του μέλους του ισραηλινού πολεμικού συμβουλίου Μπένι Γκαντζ, ενός κεντρώου πολιτικού, τον οποίον Αμερικανοί αξιωματούχοι ελπίζουν ότι κάποια μέρα θα αντικαταστήσει τον Νετανιάχου, θεωρήθηκε ευρέως ως σνομπάρισμα του ακροδεξιού Πρωθυπουργού, που δεν έχει ακόμη προσκληθεί από τον Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο.