Του Κώστα Παππά
Η συνάντηση Πούτιν Τράμπ σε λίγες μέρες στην Αλάσκα μοιάζει να είναι η απαρχή νέων γεωπολιτικών ισορροπιών στον πλανήτη. Το βασικό θέμα σαφέστατα είναι η ειρήνευση ή αρχικά η διακοπή των εχθροπραξιών στην Ουκρανία. Όμως και τα υπόλοιπα θέματα όπως η Μέση Ανατολή , καθώς και οι σφαίρες οικονομικής επιρροής ΗΠΑ και Ρωσίας θα τεθούν και μάλιστα πολύ διακριτά στην συνάντηση αυτή. Όσοι θεωρούν οτι η συνάντηση αυτή θα είναι απλά η αρχή του τέλους για τον πόλεμο στην Ουκρανία , δεν βλέπουν κάτι πολύ ευρύτερο, οτι δηλαδή σηματοδοτεί το τέλος της παγκοσμιοποιημένης πολιτικής κουλτούρας όπως την γνωρίζαμε. Τα κράτη επιστρέφουν και οι απ΄ ευθείας διακρατικές συμφωνίες έρχονται πάλι στην επιφάνεια ενταγμένες πια σε μια νέα σφαίρα επιρροής των πραγματικά ισχυρών, χωρίς την ανάγκη μεσαζόντων ομοσπονδιακών σχημάτων.
Μέσα σε αυτό το κλίμα που προμηνύει ραγδαίες αλλαγές σε όλα τα επίπεδα η Ευρώπη είναι απούσα και παραγκωνισμένη. Παρακολουθεί απλά τις εξελίξεις χωρίς να μπορεί να παρέμβει. Τα πρόσφατα στοιχεία άλλωστε για την γερμανική και την γαλλική οικονομία που βρίσκονται στο κόκκινο και συμπαρασύρουν και τις οικονομίες των υπόλοιπων κρατών είναι σαφέστατα και αναδεικνύουν ακόμα μια φορά το κενό ηγεσίας στην ΕΕ. Η κυρία Φον Ντερ Λάιεν και οι υπόλοιποι πολιτικοί νάνοι που ηγούνται της ΕΕ , ουσιαστικά είναι εκπρόσωποι στενών οικονομικών συμφερόντων εντός των συνόρων τους και ποτέ εκπρόσωποι μιας ενιαίας ευρωπαϊκής πολιτικής. Αυτή την έλλειψη κοινής γραμμής και αποφασιστικότητας πληρώνει με τον παραγκωνισμό της η Ευρώπη. Στα πολύ δύσκολα μάλιστα οι ίδιοι άνθρωποι θα δώσουν πιθανότατα την χαριστική βολή στο όραμα της ενωμένης Ευρωπαϊκής φωνής , όταν θα χρειαστεί να σταθούν απολογούμενοι μπροστά στις ελίτ των πραγματικών τους αφεντάδων , που σίγουρα δεν είναι οι λαοί της Ευρώπης.
Η προτεινόμενη συνάντηση στην Αλάσκα θα είναι η πρώτη προσωπική συνάντηση μεταξύ των προέδρων των ΗΠΑ και της Ρωσίας από την έναρξη της πλήρους εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ωστόσο, δεν υπάρχουν σχέδια για τη συμμετοχή Ευρωπαίων ηγετών, γεγονός που εγείρει ερωτήματα σχετικά με το βάρος της διπλωματίας της ΕΕ στην παγκόσμια σκηνή.
Για τον Αλεμάνο, καθηγητή του δικαίου της ΕΕ στο HEC στο Παρίσι, αυτό είναι ένα σαφές σημάδι ότι η Ευρώπη μένει στο περιθώριο.
“Η συνάντηση στην Αλάσκα μπορεί να προσφέρει μια ακόμη στιγμή αλήθειας για την Ευρώπη, διότι η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται στο περιθώριο σε μια προσπάθεια που θα μπορούσε να είναι η πιο σημαντική ειρηνευτική προσπάθεια από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος, με τον Τραμπ και τον Πούτιν να συναντώνται χωρίς να έχει προσκληθεί επίσημα κανένας Ευρωπαίος ηγέτης στο τραπέζι“, δήλωσε ο Αλεμάνο.
Ο καθηγητής πρόσθεσε ότι η Ευρώπη επικεντρώνει τώρα τις προσπάθειές της στο να εξασφαλίσει μια θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Αλλά οι πρόσφατες απειλές των ΗΠΑ να αποσύρουν τη χρηματοδότηση από τις αμυντικές προσπάθειες της Ουκρανίας κάνουν την Ευρώπη προσεκτική και διαλλακτική, δήλωσε ο καθηγητής.
Σε αντίθεση με τη στρατιωτική κατάληψη περίπου του ενός πέμπτου της Ουκρανίας από τον Πούτιν, η πώληση της Αλάσκας από τη Ρωσία στις ΗΠΑ τον 19ο αιώνα, επί τσάρου Αλέξανδρου Β΄, έγινε ειρηνικά – μια υπενθύμιση ότι τα σύνορα μπορούν να αλλάξουν και η γη να λειτουργήσει ως «νόμισμα» πολιτικής.
Ο Ρώσος αναλυτής Αντρέι Κολέσνικοφ εκτιμά ότι «δεν υπάρχει ρεαλιστική εναλλακτική πέρα από το πάγωμα της σύγκρουσης» και ότι ο Πούτιν επιδιώκει να χωρίσει τον κόσμο σε σφαίρες επιρροής με τον Τραμπ και τον Σι, «σε μια νέα Γιάλτα”.
Η ύπατη εκπρόσωπος της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική, Κάγια Κάλλας, επιχειρεί -για ακόμη μια φορά- να δεσμεύσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στη γραμμή της συνεχούς προσπάθειας αποδυνάμωσης της Ρωσίας με κυρώσεις, ώστε η λήξη του πολέμου στο ουκρανικό έδαφος να σηματοδοτεί και στρατηγική ήττα για το Κρεμλίνο.
Το πώς θα εξελιχθεί αυτή η κατάσταση μένει να το δούμε. Στο μεταξύ, οι Βρυξέλλες δεν μπορούν να εννοήσουν ότι τα διαφορετικά συμφέροντα των κρατών-μελών της ΕΕ είναι αδύνατο να στοιχίσουν τους 27 σε μια λογική αποδοχής σχεδιασμών που μέχρι τώρα έχουν αποδειχτεί ατελέσφοροι – αν όχι και πειραματικοί.
Αυτό και μόνο δείχνει οτι η ΕΕ σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία δεν μπορεί να έχει μια ενιαία φωνή, καθώς τα συμφέροντα πάντα ήταν διαφορετικά. Εκεί ακριβώς βρισκόταν και το σημαντικό πρόβλημα της Ευρώπης. Πέρασαν δεκαετίες και η ΕΕ ακόμα δεν μπορεί να στοιχηθεί πίσω από γρήγορες και ισχυρές αποφάσεις και αυτό το γνώριζαν πάντα και οι Αμερικανοί και οι Ρώσοι που δεν θα ρωτήσουν άλλωστε και κανένα για το περιεχόμενο των συμφωνιών τους. Οι διεθνείς σχέσεις διακρίνονται πάντα από τον κυνισμό του ρεαλισμού και όχι από ρομαντικούς οραματισμούς. Αυτή η Ευρώπη σε λίγο καιρό θα αντιμετωπίσει το τίμημα της δικής της ανικανότητας και για αυτό σίγουρα δεν ευθύνεται ούτε ο Τραμπ , ούτε ο Πούτιν.