Τρίτη, 23 Δεκεμβρίου, 2025

Top 5 άρθρα

Σχετικά άρθρα

Με ισραηλινά υπερόπλα εξοπλίζεται η «Ασπίδα του Αχιλλέα»

Tου Γιώργου Διονυσόπουλου 

  • Περίπου 3 δισεκατομμύρια ευρώ αναμένεται να δαπανηθούν για
    τη δημιουργία ενός «σιδερένιου θόλου» που θα καλύπτει αφενός το
    σύνολο της ελληνικής επικράτειας αφετέρου θα παρέχει τη δυνατότητα
    ακόμη και προληπτικών πληγμάτων βαθιά στην ενδοχώρα του αντιπάλου.
  • Έως το Μάρτιο υπογράφονται οι σχετικές συμβάσεις.
     Έρχεται το πυραυλικό σύστημα Barax MX, το οποίο προορίζεται
    να αντικαταστήσει τα παλιά οπλικά συστήματα τύπου Hawk, με
    πυραύλους βεληνεκούς μέχρι 250 χλμ.
  • Σχέδιο του ισραηλινού αμυντικού κολοσσού IAI δημιουργίας μίας
    γραμμής παραγωγής πυραύλων στις εγκαταστάσεις των ΕΑΣ στο
    Λαύριο. 

    Έτοιμη να υψώσει την «Ασπίδα του Αχιλλέα» καλύπτοντας το σύνολο της ελληνικής επικράτειας από οποιαδήποτε εξωτερική απειλή, εστιάζοντας όχι μόνο στη θωράκιση των ανατολικών της συνόρων αλλά και στην ενίσχυση της αποτρεπτικής της ικανότητας, είναι η χώρα μας, με το υπουργείο Εθνικής Άμυνας να βρίσκεται στην τελική ευθεία
    απόκτησης σύγχρονων πυραυλικών και αντιπυραυλικών συστημάτων. Η πλειονότητα των όπλων είναι ισραηλινής κατασκευής, με την ελληνική πλευρά να βρίσκεται ήδη σε διαπραγματεύσεις με τις εταιρείες Israel Aerospace Industries (IAI), Rafael και Elbit για την τελική υπογραφή συμβάσεων συνολικού ύψους 2,918 δις ευρώ.

    Σύμφωνα με πληροφορίες, οι σχετικές διαπραγματεύσεις αναμένεται να ολοκληρωθούν εντός του επόμενου τριμήνου, με την τελική διακρατική συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και το Ισραήλ να υπογράφεται το αργότερο μέχρι τα μέσα Μαρτίου. Ήδη, εδώ και
    αρκετούς μήνες, η Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ) βρίσκεται σε μία διαρκή διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών και διευκρινήσεων με την αντίστοιχη Διεύθυνση Διεθνούς Αμυντικής Συνεργασίας (SIBAT) του Ισραήλ, προκειμένου να διευθετηθούν μια σειρά από σημαντικές πτυχές του προγράμματος, όπως είναι το κόστος συντήρησης και υποστήριξης των οπλικών συστημάτων, οι χρόνοι παράδοσης και κυρίως η συμμετοχή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας. Να σημειώσουμε εξάλλου πως απαράβατος όρος του νέου εξοπλιστικού προγράμματος και μάλιστα στο σύνολό του, είναι η συνέργεια των ελληνικών αμυντικών επιχειρήσεων σε ποσοστό τουλάχιστον 25%, είτε μέσω της ανάληψης υποκατασκευαστικού έργου είτε ακόμη και μέσω της εμπλοκής τους σε καίριες φάσεις που αφορούν την κατασκευή και υλοποίηση του κάθε προγράμματος, ει δυνατόν και με τη μεταφορά τεχνογνωσίας και τεχνολογίας αιχμής την οποία
    χρησιμοποιεί ή ήδη αναπτύσσει το Ισραήλ.
    Παράλληλα, το ίδιο γρήγορα, με την πορεία των τριγωνικών διαπραγματεύσεων ανάμεσα στα επιτελεία των υπουργείων Άμυνας Ελλάδας και Ισραήλ και τους εκπροσώπους των ισραηλινών και των ελληνικών εταιρειών που έχουν εμπλοκή στην προμήθεια των οπλικών συστημάτων που θα σηκώσουν το μεγαλύτερο βάρος της «Ασπίδας του Αχιλλέα», εμφανίζονται να τρέχουν και οι γραφειοκρατικές διαδικασίες. Από τις αρχές Νοεμβρίου, σε συνεδρίαση του, το Συμβούλιο Αρχηγών Γενικών Επιτελείων, συμπλήρωσε και επικαιροποίησε τις σχετικές απαιτήσεις των Ενόπλων Δυνάμεων ως προς τις δυνατότητες που θα πρέπει να έχουν και τις απαιτήσεις που θα πρέπει να καλύπτουν τα πυραυλικά και αντιπυραυλικά συστήματα που θα ενταχθούν εντός της επόμενης διετίας στις τάξεις του στρατεύματος. Στις αρχές του επόμενου έτους, πιθανότατα αμέσως μετά τις κρίσεις στις Ε.Δ, προς το τέλος του δεύτερου δεκαήμερου του Ιανουαρίου, η σχετική σύμβαση θα πάρει το δρόμο της προς την αρμόδια Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων της Βουλής, όπου και αφού συζητηθεί και λάβει έγκριση, εν συνεχεία θα περάσει από το ΚΥΣΕΑ ώστε να μπει σε φάση υλοποίησης.

    Όπως εκτιμάται ωστόσο, οι παραπάνω διαδικασίες ενδέχεται να επιταχυνθούν χρονικά, δεδομένου ότι οι δύο πλευρές έχουν σχεδόν καταλήξει σε συμφωνία τόσο για τα όπλα που θα αποκτηθούν όσο και για τις ποσότητες που θα παραληφθούν. Προς αυτή την κατεύθυνση να συμπληρώσουμε πως συνεισέφερε σημαντικά η ύπαρξη νομικών
    εγγράφων και φορμών στα οποία έχουν καταλήξει η ελληνική και η ισραηλινή πλευρά κατά τη διάρκεια των συζητήσεων που είχαν προηγηθεί για την απόκτηση άλλων ισραηλινών οπλικών συστημάτων όπως π.χ τα αντιαρματικά συστήματα Spike NLOS (Non-Line-Of-Sight).

Τουρκικός εκνευρισμός για το εξοπλιστικό

Αν και στο σύνολό της η «Ασπίδα του Αχιλλέα» χρησιμοποιείται τόσο από την πολιτική όσο και από τη στρατιωτική ηγεσία του Πενταγώνου με την ευρεία έννοια και προκειμένου να περιγράψει το πολυεπίπεδο σύστημα άμυνας που υλοποιεί η χώρα μας με στόχο την παροχή αντιαεροπορικής, αντιβαλιστικής, αντι-drone, αντιπλοϊκής και ανθυποβρυχιακής προστασίας σε όλη την επικράτειά της, εντούτοις στο σκληρό πυρήνα της βρίσκεται η ανάπτυξη πυραυλικών και αντιπυραυλικών οπλικών συστημάτων. Πρόκειται για οπλικά συστήματα
τα οποία δεν θα έχουν μόνο αμυντικές και αποτρεπτικές δυνατότητες, αλλά θα μπορούν να επιφέρουν ακόμη και προληπτικά χτυπήματα στον αντίπαλο εφόσον οι συνθήκες το απαιτήσουν, πόσω μάλλον όταν απέναντί σου έχεις έναν διαρκώς ισχυροποιημένο και εξαιρετικά διεκδικητικό γείτονα όπως είναι η Τουρκία.
Μόνο τυχαίο δεν είναι πως από τις αρχές Δεκεμβρίου η Άγκυρα εμφανίζεται να ανεβάζει διαρκώς του τόνους της αντιπαράθεσης στο Αιγαίο με αφορμή κυρίως το νέο δόγμα άμυνας των νησιών του ελληνικού αρχιπελάγους, αλλά και την επικείμενη εγκατάσταση
σύγχρονων οπλικών συστημάτων σε αρκετά από αυτά. Όπως σχετικά είχε αναφέρει ο υπουργός Εθνικής Άμυνας κ. Νίκος Δένδιας «η χώρα μας έχει δημιουργήσει ένα νέο δόγμα αποτροπής. Έχουμε δημιουργήσει μια ατζέντα συνολικής μεταρρύθμισης των Ενόπλων Δυνάμεων, την «Ατζέντα 2030» με μια διαφορετική θεώρηση όσον αφορά την
υπεράσπιση του θαλάσσιου, του υποθαλάσσιου και του εναέριου χώρου της πατρίδας μας. Και ιδίως του ανατολικού Αιγαίου. Η νέα αυτή θεώρηση αντιμετωπίζει πλέον το Αιγαίο ως θάλασσα την οποία δεν υπερασπίζει μόνον ο ελληνικός στόλος, όπως γινόταν όλα τα πολλά
χρόνια της ελληνικής ιστορίας. Αλλά ανατίθεται η υπεράσπιση του χώρου του Αιγαίου σε πυραυλικό Πυροβολικό».

Αντικατάσταση οπλικών συστημάτων
Στο πλαίσιο αυτό, τα περίπου 3 δισεκατομμύρια ευρώ, που αναμένεται να δαπανηθούν για τη δημιουργία ενός «σιδερένιου θόλου» που θα καλύπτει αφενός το σύνολο της ελληνικής επικράτειας αφετέρου θα παρέχει τη δυνατότητα πληγμάτων βαθιά στην ενδοχώρα του
αντιπάλου, δίνουν ένα σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα στη χώρα μας επιτρέποντάς της να ισορροπήσει το αριθμητικό πλεονέκτημα του εξ ανατολών γείτονά της. Πρόκειται για χρήματα τα όποια έχουν δεσμευθεί από τα περίπου 28 δισεκατομμύρια ευρώ που προβλέπεται έως το 2036 να διαθέσει η χώρα μας για τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών της. Μόνο τυχαίο δεν είναι εξάλλου ότι η ενίσχυση της ελληνικής
αεράμυνας αποτέλεσε βασικό διακύβευμα κατά τη διάρκεια κατάρτισης του Μακροπρόθεσμου Προγραμματισμού Αμυντικών Εξοπλισμών 2025- 2036. Η χώρα μας διαθέτει σήμερα μια πολυσύνθετη και συνάμα γερασμένη αντιαεροπορική ομπρέλα με επιπλέον πρόβλημα το γεγονός ότι εν πολλοίς στηρίζεται σε ρωσικά οπλικά συστήματα των οποίων η συντήρηση και η παροχή υποστήριξης είναι πλέον σχεδόν αδύνατη. Ενδεικτικά να επισημάνουμε πως σήμερα η ελληνική αεράμυνα αποτελείται από συστήματα:

– Patriot, τα οποία καλύπτουν τον εθνικό εναέριο χώρο με ραντάρ και
πυραύλους μεσαίας και μεγάλης εμβέλειας.
– S-300, ρωσικής κατασκευής εγκατεστημένα στην Κρήτη, τα οποία αντιμετωπίζουν ζητήματα υποστήριξης και διαθεσιμότητας λόγω διεθνών κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στις ρωσικές εταιρείες έπειτα από την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία.
– Ρωσικά συστήματα OSA, TOR-M1 τα οποία επίσης αντιμετωπίζουν προβλήματα υποστήριξης ενώ θεωρούνται και αυτά παρωχημένα
– Το Γαλλικής κατασκευής σύστημα CROTALE, ένα κινητό αντιαεροπορικό σύστημα μικρού βεληνεκούς (SHORAD),  το οποίο έχει ήδη συμπληρώσει 20 και πλέον χρόνια υπηρεσίας στις Ε.Δ.

– Το αμερικανικής κατασκευής σύστημα HAWK, που αποτελεί και το κύριο αντιαεροπορικό σύστημα του Στρατού Ξηράς, αλλά και παράλληλα το μοναδικό μέσης εμβέλειας των ΕΔ, με τα πρώτα από αυτά να παραλαμβάνονται από τον Ελληνικό Στρατό το 1965.
Με δεδομένο ότι από τα παραπάνω οπλικά συστήματα το μόνο που θα παραμείνει στον βασικό κορμό την ελληνικής αεράμυνας είναι το σύστημα Patriot, εξηγεί και το γεγονός της επιχειρησιακής αναγκαιότητας που υπάρχει, ώστε να νέα συστήματα που πρόκειται να
προμηθευτεί η χώρα μας να μπορούν να αναπτυχθούν όσο πιο σύντομα γίνεται στο οπλοστάσιο των Ε.Δ. Στο πλαίσιο αυτό και με βάση των προγραμματισμό που υπάρχει από το σύνολο των 3 δις:
– Περίπου 700 εκατ. ευρώ θα κατευθυνθούν προς την ισραηλινή εταιρεία Elbit για την απόκτηση 36 συστημάτων πολλαπλών εκτοξευτών ρουκετών τύπου PULS.
– Σχεδόν ένα 1 δις ευρώ αναμένεται να λάβει η εταιρεία Rafael για την προμήθεια συστημάτων αναχαίτισης βαλλιστικών και άλλων πυραύλων μακράς εμβέλειας, David’s Sling
– Κάτι λιγότερα από 1,3 δις θα κατευθυνθεί προς την κρατική ισραηλινή εταιρεία Israel Aerospace Industries (IAI) για το σύστημα BARAK MX, ένα πολυεπίπεδο σύστημα αεράμυνας και αντιπυραυλικής προστασίας που προσφέρει αναχαίτιση απειλών σε μικρές, μεσαίες και μεγάλες αποστάσεις, συμπεριλαμβανομένων και τακτικών βαλλιστικών πυραύλων.
Να σημειώσουμε πως η χώρα μας είχε ξεκινήσει ένα κύκλο διαπραγμάτευσης για την απόκτηση και του πυραυλικού συστήματος Spyder της Rafael, με μέγιστα βεληνεκή 15 χλμ., 20 χλμ. και 40 χλμ. μια επιλογή η οποία ωστόσο φαίνεται πως περνάει πλέον σε δεύτερη μοίρα, τόσο για επιχειρησιακούς όσο και για γεωπολιτικούς λόγους.

Barax MX: Ένα υπερόπλο στο Αιγαίο
Από τα παραπάνω οπλικά συστήματα, για πολλούς και διαφορετικούς λόγους ξεχωρίζει το πυραυλικό σύστημα Barax MX της IAI, το οποίο προορίζεται να αντικαταστήσει τα παλιά οπλικά συστήματα τύπου Hawk. Σύμφωνα με πληροφορίες, η εταιρεία έχει δώσει διαβεβαιώσεις στην ελληνική πλευρά πως το συγκεκριμένο σύστημα, από
την στιγμή που θα υπογραφεί η σύμβαση προμήθειας, θα μπορεί μέσα σε λίγους μόλις μήνες να παραδοθεί προς χρήση στις Ένοπλες Δυνάμεις, κάτι το οποίο σημαίνει πως εάν οι υπογραφές πέσουν εντός του Μαρτίου, η Ελλάδα, το αργότερο έως το τέλος του έτους θα έχει σε πλήρη ανάπτυξη και ετοιμόλεμο, τουλάχιστον ένα πυραυλικό σύστημα. Το
συγκεκριμένο οπλικό σύστημα άλλωστε χρησιμοποιείται ήδη από το Ισραήλ αποτελώντας  την αιχμή του δόρατος της ισραηλινής τεχνολογίας στον τομέα της αεράμυνας.
Οι ίδιες πληροφορίες θέλουν μάλιστα την IAI έχει συμφωνήσει με το υπουργείο Εθνικής Άμυνας ώστε να διαμορφώσει τους ελληνικούς Barax MX προκειμένου να ανταποκρίνονται στις ιδιαίτερες επιχειρησιακές ανάγκες της Ελλάδας, λαμβάνοντας υπόψη το γεωπολιτικό περιβάλλον της Ανατολικής Μεσογείου αλλά και τις αυξανόμενες προκλήσεις στον τομέα της ασφάλειας. Τα Barax MX άλλωστε, αποκτήθηκαν πρόσφατα και από την Κύπρο γεγονός που
επιτρέπει και ταυτόχρονα ενισχύει την κοινή αρχιτεκτονική ασφαλείας που υπάρχει ανάμεσα στην Αθήνα και τη Λευκωσία, ενισχύοντας περεταίρω το δόγμα του ενιαίου αμυντικού χώρου ανάμεσα στις δύο χώρες.
Με βάση τις σχετικές διαπραγματεύσεις η Ελλάδα πρόκειται να αποκτήσει μια σύνθεση του συστήματος Barax MX με 6 πυροβολαρχίες, με δυνατότητα απόκτησης επιπλέον 2. Το σύστημα βασίζεται σε τρεις τύπους πυραύλων:
• BARAK MRAD (εμβέλεια 35 χλμ.)
• BARAK LRAD (70 χλμ.)
• BARAK ER (150 χλμ.)
Αυτό που κάνει να ξεχωρίζει το συγκεκριμένο οπλικό σύστημα είναι το ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό επιτυχούς αναχαίτισης και η ευρεία «ζώνη μη διαφυγής» (no escape zone), ενώ ένα επιπλέον σημαντικό στοιχείο για τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι αφενός πως το
σύστημα είναι πλήρως επιχειρησιακό αφετέρου ότι μπορεί να αναπτυχθεί τόσο σε χερσαίες όσο και σε ναυτικές πλατφόρμες, προσφέροντας ευελιξία και διαλειτουργικότητα. Την ίδια στιγμή, η ισραηλινή εταιρεία εμφανίζεται να αναπτύσσει ένα νέο πύραυλο με ακόμη μεγαλύτερη εμβέλεια στα 250 χλμ. ικανό να αντιμετωπίζει και να καταρρίπτει
αεροδυναμικούς στόχους, βαλλιστικούς πυραύλους και υπερηχητικές απειλές. Η συγκεκριμένη εξέλιξη δείχνει πως μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα αναμένεται να ανοίξει ένας ακόμη κύκλος διαπραγματεύσεων ανάμεσα σε Αθήνα και ΤΕΛ Αβίβ, καθώς από ελληνικής πλευράς υπάρχει ένα πρώτο ενδιαφέρον προμήθειας και του συγκεκριμένου
πυραύλου για λόγους ομοιοτυπίας, κόστους αλλά κυρίως αποτελεσματικότητας, δεδομένου ότι ένας πύραυλος εμβέλειας 250 χλμ θα μπορούσε να παρέχει απόλυτη προστασία και στην περιοχή της Κρήτης, αλλά και κάλυψη των ελληνικών ναυτικών και αεροπορικών
δυνάμεων που θα μπορούσαν να επιχειρούν στην ευρύτερη περιοχή της
Ν.Α Μεσογείου.
Προς αυτή την κατεύθυνση να προσθέσουμε επίσης, πως οι σχετικές συζητήσεις ανάμεσα στο ΥΠΕΘΑ και στους εκπροσώπους της ισραηλινής εταιρείας έχουν περεταίρω επεκταθεί συμπεριλαμβάνοντας την προοπτική απόκτησης βαλλιστικών πυραύλων LORA. Οι
πληροφορίες θέλουν να έχει ήδη ζητηθεί η κατάθεση τιμών και χρονοδιαγράμματος για την απόκτηση των εν λόγω ισραηλινών βαλλιστικών πυραύλων, αλλά και των μελλοντικών εκδόσεών τους. Η τρέχουσα έκδοση του πυραύλου επιτυγχάνει μέγιστο βεληνεκές της
τάξεως των 350 χιλιομέτρων, με την ΙΑΙ να προχωρά ήδη σε επιχειρησιακή αναβάθμιση του LORA στην κατηγορία ημί-βαλλιστικού πυραύλου με μέγιστο βεληνεκές περί τα 500 χιλιόμετρα και ικανότητα εκτέλεσης ελιγμών κατά την πτήση. Επίσης, η νέα έκδοση θα είναι
ανθεκτικότερη στις ηλεκτρονικές παρεμβολές, ενώ θα μπορεί να εκτοξευτεί από χερσαίες, αλλά και ναυτικές πλατφόρμες. Να προσθέσουμε επίσης πως στο πλαίσιο της «Ασπίδας του
Αχιλλέα» η χώρα μας έχει συμφωνήσει στην προμήθεια κινητών ραντάρ EL/M-2084 MMR της ELTA, θυγατρικής της IAI, τα οποία θα αναπτυχθούν με σκοπό την κάλυψη των αναγκών του Συστήματος Αεροπορικού Ελέγχου της Πολεμικής Αεροπορίας. Πρόκειται για ραντάρ
τεχνολογίας αιχμής, με δυνατότητα παρακολούθησης 1.200 στόχων σε εμβέλεια έως και 475 χλμ. Και στην περίπτωση όπλων 200 στόχους σε εμβέλεια έως και 100 χλμ.

Επενδύσεις στην αμυντική βιομηχανία

Σύμφωνα με κύκλους του Πενταγώνου, πέρα από τη διαλειτουργικότητα που υπάρχει ανάμεσα στο Barax MX με ΝΑΤΟϊκά συστήματα και τη δυνατότητα πολλαπλών επιπέδων άμυνας από drones έως πυραύλους μεγάλης εμβέλειας, η κατασκευάστρια εταιρεία ΙΑΙ, έχει
ήδη ισχυρή επιχειρηματική και επενδυτική παρουσία στην Ελλάδα, καθώς πριν από 2 χρόνια εξαγόρασε την Intracom Defense (IDE), μία από τις μεγαλύτερες ελληνικές αμυντικές εταιρείες. Όπως αναφέρουν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της εταιρείας, στόχος της Israel Aerospace Industries είναι να λειτουργήσει την Intracom Defense όχι μόνο ως
πάροχο τεχνικής και λειτουργικής υποστήριξης, αλλά και ως κόμβο μεταφοράς τεχνογνωσίας και βιομηχανικής παραγωγής προς όφελος της ελληνικής οικονομίας και άμυνας και ως πύλη προς την ευρύτερη ευρωπαϊκή και ΝΑΤΟϊκή αγορά. Στο πλαίσιο αυτό, πριν από λίγους
μήνες η ΙΑΙ προχώρησε και σε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της IDE κατά 20%. Το Πεντάγωνο εξάλλου πρόκειται να προμηθευτεί ένα νέο σύστημα διοίκησης, ελέγχου, επικοινωνιών, υπολογιστών και πληροφοριών (C4I: Command, Control, Communications, Computer and Intelligence) το οποίο σύμφωνα με τις πληροφορίες θα κατασκευαστεί
στην Ελλάδα σε συνεργασία με ελληνικές εταιρείες και σίγουρα με τη συμμετοχή της IDE.

Παράλληλα, η ισραηλινή εταιρεία, με βάση την πρόταση που έχει καταθέσει προς το ΥΠΕΘΑ, προβλέπει τη συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας στη υλοποίηση της σύμβασης σε ποσοστό σχεδόν 40%. Προς αυτή την κατεύθυνση η IAI έχει εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο υπογράψει MoU με αρκετές ελληνικές εταιρεία του κλάδου, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται η ΕΑΒ, τα ΕΑΣ, η Miltech, ο Akmon, η Scytalys κ.α, ενώ έχει έρθει σε επαφή και με τον Σύνδεσμο Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού (ΣΕΚΠΥ) προκειμένου να υποδείξει επιπλέον εταιρείες του χώρου με τις οποίες θα μπορούσαν να
αναπτυχθούν συνέργειες. Να επισημάνουμε πως η ισραηλινή εταιρεία βρίσκεται σε προχωρημένες συζητήσεις ώστε να στήσει στη χώρα μας γραμμή παραγωγής με στόχο να αποτελέσει για την IAI το κέντρο υποστήριξης για όλη την ευρύτερη περιοχή.

Αναμφισβήτητα ωστόσο η πιο σημαντική παράμετρος των επενδύσεων που σχεδιάζει να υλοποιήσει ο ισραηλινός κολοσσός στην Ελλάδα, σχετίζεται με το σχέδιο δημιουργίας μίας γραμμής παραγωγής πυραύλων στις εγκαταστάσεις των ΕΑΣ στο Λαύριο. Πέρα από το
γεγονός ότι η περάτωση μίας τέτοιου μεγέθους επένδυσης επί ελληνικού εδάφους θα ενίσχυε την αυτάρκεια και την επιχειρησιακή ετοιμότητα της χώρας, ταυτόχρονα θα πρόσδιδε σημαντική υπεραξία και γενικότερα στην ελληνική οικονομία και την απασχόληση, δεδομένου ότι η λειτουργία μίας τέτοιου μεγέθους γραμμής παραγωγής, δεν θα αφορούσε
μόνο στην κατασκευή, συντήρηση και υποστήριξη των ελληνικών πυραυλικών συστημάτων αλλά θα εξυπηρετούσε γενικότερα τις παραγγελίες της IAI σε επίπεδο ΝΑΤΟ και Βαλκανίων.