Τετάρτη, 3 Δεκεμβρίου, 2025

Top 5 άρθρα

Σχετικά άρθρα

Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης δεν ξεχάστηκαν ποτέ κατά τον Μεσαίωνα

O Roberto Lambertini είναι καθηγητής Μεσαιωνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της
Macerata (Ιταλία), όπου διδάσκει επίσης Ιστορία του Μεσαιωνικού Πολιτικού Στοχασμού. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιστρέφονται γύρω από τη μεσαιωνική ιστορία των ιδεών. Οι πιο πρόσφατες δημοσιεύσεις του περιλαμβάνουν το έργο Francis, his Friars and Economic Ethics: an Introduction (Spoleto, 2020), άρθρα για την πολιτική σκέψη του Pierre de Ceffons, καθώς και τον συλλογικό τόμο Manifestare e contrastare il dissenso (secoli XI–XIV) (Μιλάνο 2023). Αυτή την περίοδο, διευθύνει ένα διαπανεπιστημιακό ερευνητικό πρόγραμμα σχετικά με τη θεωρία και την πρακτική της εκεχειρίας στην Ύστερη Μεσαιωνική Περίοδο.

Σε μια ενδιαφέρουσα συνομιλία του με τον φοιτητή Supreeth Prashanth ο γνωστός καθηγητής μας μιλάει για την προσωπική του ακαδημαϊκή διαδρομή και για τον μεσαιωνικό κόσμο σε σχέση με το αρχαίο ελληνικό πνεύμα. 

 

Μπορείτε παρακαλώ να μοιραστείτε μαζί μας κάποιες πληροφορίες για τον εαυτό σας και τι σας οδήγησε να εστιάσετε τις σπουδές στη μεσαιωνική Ευρώπη και το Βυζάντιο;

Αφού σπούδασα Λατινικά και Ελληνικά, ιστορία και φιλοσοφία στο λύκειο, γράφτηκα στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Μπολόνια. Ήταν η εποχή (τέλη ’70 – αρχές ’80) του ανανεωμένου ενδιαφέροντος για τον Μεσαίωνα. Στη Μπολόνια δίδασκαν εξαιρετικοί δάσκαλοι.
Υπό την επίδραση της αναλυτικής φιλοσοφίας, οι ιστορικοί της λογικής επαναξιολογούσαν τη
μεσαιωνική συμβολή στη λογική. Ο Ουμπέρτο Έκο δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα, «Το Όνομα του Ρόδου», το 1980, κάτι που συνετέλεσε στο να αλλάξει η εικόνα του Μεσαίωνα, που δεν θεωρούνταν πλέον “σκοτεινή” περίοδος της ιστορίας. Εκείνα τα χρόνια ο Έκο δίδασκε στη Μπολόνια και είχα την ευκαιρία να παρακολουθώ τις διαλέξεις και τα σεμινάριά του. Είχα αναπτύξει έντομο ενδιαφέρον για την ιστορία του πολιτικού στοχασμού και ζήτησα από τον μέντορά μου, τον καθηγητή Carlo Dolcini, να γράψω τη διπλωματική μου πάνω σε έναν μεσαιωνικό συγγραφέα, τον Γουλιέλμο του Όκκαμ, ο οποίος υπήρξε επίσης σπουδαίος λογικός και μεταφυσικός και στο τέλος της ζωής του επαναστάτησε ενάντια στον Πάπα και συνέγραψε σημαντικά πολιτικά έργα. Η σχέση ανάμεσα στη μεσαιωνική Ευρώπη και το Βυζάντιο που έχω μελετήσει αφορά περισσότερο αφορά τον Αριστοτέλη: η επιρροή του Αριστοτέλη στη δυτική πολιτική φιλοσοφία υπήρξε τεράστια όταν, τον 13ο αιώνα, χειρόγραφα των «Ηθικών» και των «Πολιτικών» βρέθηκαν στην Ελλάδα και μεταφέρθηκαν στη Δυτική Ευρώπη, όπου μεταφράστηκαν στα λατινικά. Μαζί με το πρωτότυπο κείμενο του Αριστοτέλη μεταφράστηκαν και σχόλια, όπως
εκείνα του Ευστράτιου, επισκόπου Νικαίας τον 12ο αιώνα, στα «Ηθικά». Τα σχόλιο αυτά,
γραμμένα από έναν Βυζαντινό λόγιο και επίσκοπο, επηρέασε βαθύτατα την ερμηνεία της
αριστοτελικής ηθικής αλλά και της πολιτικής θεωρίας του στη Δύση.

Όταν ανακοινώσατε στην οικογένειά σας την επιθυμία σας να σπουδάσετε μεσαιωνική ιστορία, ποιες ήταν οι αντιδράσεις τους; Και πώς αισθάνονται τώρα που διδάσκετε στο Πανεπιστήμιο της Macerata;
Θυμάμαι ότι ο πατέρας μου ήταν πολύ χαρούμενος και ανακουφισμένος: φοβόταν ότι αν σπούδαζα μόνο φιλοσοφία, θα έμενα υπερβολικά αφηρημένος. Εργαζόταν μια ζωή σε τράπεζα και είχε πάθος για την πρακτικότητα: είχαμε πολλά ιστορικά βιβλία στο σπίτι. Του άρεσε να κατανοεί το παρελθόν, αν και προτιμούσε την ιστορία του 20ού αιώνα από τον Μεσαίωνα, που του φαινόταν πολύ μακρινός. Οι γονείς μου είχαν και οι δύο το χάρισμα της μακροζωίας, αλλά δεν είναι πια εν ζωή. Ήταν ευτυχισμένοι που ο γιος τους έγινε πανεπιστημιακός καθηγητής και καταλάβαιναν πολύ καλά ότι μου αρέσει αυτή η δουλειά.
Στη σημερινή μου οικογένεια, η σύζυγός μου συμμερίζεται το πάθος μου για τις μεσαιωνικές
πόλεις και τη ζωγραφική· έτσι, όποτε είναι δυνατό, περνάμε τον ελεύθερο χρόνο μας μαζί σε μια πόλη τέχνης ή σε κάποια έκθεση. Η κόρη μου, που έχει πλέον τη δική της οικογένεια, σπούδασε Λατινικά και Αρχαία Ελληνικά, όπως κι εγώ, αλλά στράφηκε στην ιατρική και τώρα εργάζεται ως γιατρός.
 Στις προκαταρκτικές μας συζητήσεις μιλήσαμε για την ανακάλυψη εκ νέου του Αριστοτέλη στον Μεσαίωνα· προσωπικά πίστευα ότι οι αρχαίοι συγγραφείς είχαν σε μεγάλο βαθμό ξεχαστεί μέχρι την Αναγέννηση – είναι εκπληκτικό ότι δεν ήταν έτσι! Μπορείτε να μας διαφωτίσετε περισσότερο;

Στην πραγματικότητα, συγγραφείς όπως ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης δεν ξεχάστηκαν ποτέ κατά τον Μεσαίωνα, αν και για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν διαθέσιμα πολύ λίγα έργα τους. Τον 12ο αιώνα η επιθυμία να μάθει κανείς τον Αριστοτέλη οδήγησε σε μεταφράσεις στα λατινικά, βασισμένες συχνά σε αραβικές ή εβραϊκές μεταφράσεις. Όμως τον 13ο αιώνα προέκυψε η ανάγκη να γίνουν μεταφράσεις από το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο. Χειρόγραφα αναζητήθηκαν στην Ελλάδα, κάποιες φορές με τη συνεργασία Ελλήνων ειδικών. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σ’ εκείνο το σημείο, οι δυτικοί διανοούμενοι προτίμησαν το Βυζάντιο από τη μουσουλμανική/αραβική διαμεσολάβηση του προηγούμενου αιώνα. Έτσι, κάποιες υπάρχουσες μεταφράσεις βελτιώθηκαν, και ανακαλύφθηκαν πρωτότυπα έργα των οποίων η ύπαρξη ήταν γνωστή αλλά δεν υπήρχαν ακόμη σε λατινική μετάφραση. Τα «Πολιτικά» του Αριστοτέλη είναι ένα τέτοιο παράδειγμα: μετά την
απόδοσή τους στα λατινικά, άρχισαν να διδάσκονται στα πανεπιστήμια. Μέσα σε λίγα χρόνια, όλοι οι κορυφαίοι συγγραφείς της πολιτικής σκέψης ένιωθαν υποχρεωμένοι να παραθέτουν τον Αριστοτέλη. Πράγματι, μεταξύ 12ου και 14ου αιώνα, στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια ο Αριστοτέλης ήταν ο Φιλόσοφος κατ’ εξοχήν. Το παράδειγμά του ήταν κυρίαρχο. Κάποιος μπορούσε να έχει διαφορετικές απόψεις, αλλά ήταν υποχρεωμένος να τις θεμελιώνει με αριστοτελικούς όρους, επειδή εκείνοι θεωρούνταν η «επιστημονική» γλώσσα – δηλαδή η γλώσσα της γνώσης που αναγνωριζόταν ως αξιόπιστη.

Θεωρείτε ότι η γνώση των έργων του Αριστοτέλη, όπως το κείμενό του για την
Ολυμπιακή εκεχειρία, ενέπνεε τόσο τους δυτικούς χριστιανούς όσο και τους
μουσουλμάνους ηγεμόνες κατά τον Ύστερο Μεσαίωνα;

Το ερώτημα είναι πολύ ενδιαφέρον αλλά και δύσκολο να απαντηθεί. Δεν πιστεύω ότι τα
αριστοτελικά κείμενα για την Ολυμπιακή εκεχειρία ήταν γνωστά στη Λατινική Δύση. Ηγούμαι ενός διαπανεπιστημιακού ερευνητικού προγράμματος για την εκεχειρία στον πρώιμο και ύστερο Μεσαίωνα και έχουμε διαπιστώσει ότι η έννοια της εκεχειρίας επηρεάστηκε όχι τόσο από τη φιλοσοφία όσο από το κανονικό δίκαιο. Στην αρχή, γινόταν λόγος για τη Θεία εκεχειρία. Αυτό σήμαινε ότι ορισμένα μέρη, πρόσωπα ή χρονικές περίοδοι προστατεύονταν από τον πόλεμο λόγω του ιερού τους χαρακτήρα (αν λάβουμε υπόψη τον ιερό χαρακτήρα των Ολυμπιακών Αγώνων, υπάρχει μια ανθρωπολογική αναλογία, αλλά δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι πρώτοι χριστιανοί αυτοκράτορες κατήργησαν τους αγώνες της Ολυμπίας λόγω του παγανιστικού τους χαρακτήρα). Αργότερα, η Εκκλησία συνέχισε να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στις εκεχειρίες, εν μέρει επειδή η παραβίαση τους θεωρείτο και θρησκευτικό αδίκημα. Ενέπνευσε ο Αριστοτέλης τη δράση των χριστιανών και μουσουλμάνων ηγεμόνων; Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι ο Αριστοτέλης υπήρξε σημαντική πηγή για τα έργα που περιέγραφαν τι αναμενόταν από έναν χρηστό ηγεμόνα. Ιδίως τα «εγχειρίδια για χριστιανούς πρίγκιπες» αναφέρονται πολύ συχνά στα «Ηθικά» του Αριστοτέλη όταν περιγράφουν τις αρετές ενός άρχοντα. Το ίδιο συνέβη και στον ισλαμικό κόσμο, ο οποίος είχε πρόσβαση την «Πολιτεία» του Πλάτωνα—και γι’ αυτό εντοπίζουμε επιρροές και των δύο μεγάλων Ελλήνων φιλοσόφων. Ωστόσο, αυτά τα εγχειρίδια περιγράφουν έναν ιδανικό ηγεμόνα: στην πράξη, τόσο οι χριστιανοί όσο και οι μουσουλμάνοι ηγεμόνες λάμβαναν αποφάσεις για πόλεμο, ειρήνη και εκεχειρίες για πολύ πρακτικούς λόγους, ακόμη και για προσωπικό τους όφελος, αγνοώντας πολλές φορές ηθικές και θρησκευτικές αρχές και προτάγματα.

Μπορείτε επίσης να μας μιλήσετε για τα διάφορα θέματα που διδάσκετε στους
φοιτητές σας στο Πανεπιστήμιο;
Στο προπτυχιακό πρόγραμμα διδάσκω Μεσαιωνική Ιστορία, δηλαδή μια συνολική επισκόπηση των βασικών εξελίξεων στη Δυτική Ευρώπη από τον 5ο έως τον 15ο αιώνα. Στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα διδάσκω Ιστορία της Μεσαιωνικής Πολιτικής Σκέψης και Ιστορία των Μεσαιωνικών Θεσμών. Στα μαθήματα του μεταπτυχιακού εστιάζω σε ειδικά ζητήματα, όπως «Η κυριαρχία στον Μεσαίωνα», «Αρετές και πολιτική», «Εγχειρίδια για ηγεμόνες», «Οι απαρχές των πανεπιστημίων» και «Η ιδεολογία των Σταυροφοριών».