Κυριακή, 25 Μαΐου, 2025

Top 5 άρθρα

Σχετικά άρθρα

Το φάντασμα της αποχής και η τραγική έλλειψη αφηγήματος και αφηγητή

Του Κώστα Παππά

Το βλέμμα όλων μπροστά σε μια κάλπη επικεντρώνεται συνήθως στον πρώτο, στις διαφορές, στο γενικότερο πολιτικό μήνυμα που στέλνει μια κάλπη Εθνικών εκλογών ή Ευρωεκλογών. Πολύ λιγότερο λαμβάνεται πλέον σοβαρά κάποιο  μήνυμα από τα κομματικά επιτελεία  στις Αυτοδιοικητικές εκλογές. Το μήνυμα αυτό πάντα έχει να κάνει με τους συμμετέχοντες σε μια διαδικασία εκλογής. Υπάρχει όμως  και ένα άλλο μήνυμα, το οποίο συνήθως χάνεται μέσα στον σχολιασμό της απόφασης των συμμετεχόντων. Τι γίνεται όμως όταν οι απέχοντες γίνονται πλέον πλειοψηφικό ρεύμα; Πόσο αυτό απασχολεί τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα; Η αλήθεια είναι οτι όταν έχεις μάθει να μετράς μόνο κουκιά είναι πολύ δύσκολο να κατανοήσεις ποια είναι η σημασία της αποχής και πόσο σημαντικό είναι το μήνυμα που στέλνει η κοινωνία.

Η δίψα για εξουσία είναι τέτοια που μπροστά της τα πραγματικά ηχηρά μηνύματα μιας κοινωνίας δεν φαίνεται να απασχολούν κανένα. Αν ανατρέξει κάποιος στα στατιστικά της αποχής κια κοιτάξει τα κιτάπια του Υπουργείου Εσωτερικών θα καταλάβει οτι όσο περνάει ο καιρός οι Έλληνες σε μεγάλα ποσοστά, που από τις Ευρωεκλογές του 2024 και μετά τείνουν να γίνουν  πλέον η πλειοψηφία δεν εμπνέονται από τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα. Λείπουν άλλωστε και οι χαρισματικές ηγετικές προσωπικότητες που στο παρελθόν κινητοποιούσαν τους πολίτες , γιατί είχαν να αφηγηθούν με έναν μοναδικό τρόπο κάποιο αφήγημα. Τώρα λείπει και το αφήγημα και ο αφηγητής.

Πιο συγκεκριμένα στις Ευρωεκλογές του 2024 για πρώτη φορά στα χρονικά περισσότεροι ήταν οι απέχοντες από τους συμμετέχοντες ψηφοφόρους, με την αποχή να φτάνει στο 58,76%. Περίπου οι 6 στους 10 Έλληνες και Ελληνίδες που είχαν δικαίωμα ψήφου δεν έφτασαν ποτέ μπροστά στην κάλπη.

Το δυσοίωνο ρεκόρ του ιστορικά υψηλότερου ποσοστού αποχής από τις εθνικές εκλογές καταλαμβάνει πλέον η αναμέτρηση της Κυριακής 25 Ιουνίου 2023. Η αποχή άγγιξε το 47,17%, ξεπερνώντας το προηγούμενο ρεκόρ των εκλογών του Σεπτεμβρίου 2015, όταν η αποχή είχε φθάσει το 43,84%.

Η αποχή κινείται σταθερά άνω του 35% τα τελευταία 14 χρόνια, με δεδομένες βέβαια και τις καθυστερήσεις στην εκκαθάριση των εκλογικών καταλόγων (τελευταία φορά που η αποχή είχε καταγραφεί σε ποσοστό κάτω του 30% των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους ήταν τον Οκτώβριο του 2009). Το υψηλότερο ποσοστό αποχής καταγράφεται σε επίπεδο Εθνικών εκλογών  στην εκλογική περιφέρεια Φλώρινας με 66,76% και ακολουθούν η Κεφαλονιά με 62,48%, η Ευρυτανία με 61,37% και η Λακωνία με 61%.

Όλα τα παραπάνω στοιχεία δεν είναι μόνο αριθμοί, μεταφράζονται σε εκατομμύρια  Ελλήνων πολιτών , οι οποίοι για τους δικούς τους λόγους και κυρίως γιατί πλέον αισθάνονται απογοητευμένοι από την πολιτική που δεν παράγεται στην Ελλάδα δεν θέλουν καν να συμμετέχουν στην διαδικασία των εκλογών. Η φράση “όλοι ίδιοι είναι” γίνεται πλέον κυρίαρχη και έχει τα δικά της πολιτικά χαρακτηριστικά , όσο και αν κάποιοι τονίζουν οτι η αποχή δεν είναι σωστή πολιτική επιλογή και δεν αποτελεί  έκφραση δυσαρέσκειας.

Για τα εκατομμύρια αυτών των πολιτών που θεωρούνται από τους αναλυτές και ως πολίτες με μειωμένο ενδιαφέρον  για τα κοινά κάτι δεν πάει καθόλου καλά σε αυτό που τα κόμματα  μεταδίδουν ως προοπτική. Αυτή ίσως είναι και η λέξη κλειδί, προοπτική. Κανένας από τους υπάρχοντες πολιτικούς σχηματισμούς , από τους παραδοσιακούς, αλλά και τους σύγχρονους δεν μπορεί να δώσει έννοια στον όρο προοπτική. Όλα μοιάζουν να είναι παραδομένα στο Διευθυντήριο των Βρυξελλών. Η δυνατότητα χάραξης μιας εθνικής στρατηγικής που στο παρελθόν είχε περιθώρια ευελιξίας , σήμερα μοιάζει να είναι το ζητούμενο, όχι μόνο για την Ελλάδα , αλλά και για πολλές άλλες χώρες της ΕΕ. Άλλωστε και εκεί οι πολίτες επίσης με εκκωφαντικά ποσοστά γυρίζουν την πλάτη τους στα εκεί πολιτικά κόμματα, που είναι επίσης συνδεδεμένα απόλυτα με τις  πολιτικές που χαράσσονται στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια χωρίς να λαμβάνουν υπ οψιν τις εθνικές ανάγκες κάθε χώρας.

Η Ελλάδα, αλλά και συνολικά η Ευρώπη βρίσκονται μπροστά σε μια αρνητική διαπίστωση, οτι ένα συγκλονιστικά μεγάλο τμήμα πλέον των Ευρωπαίων πολιτών εντοπίζει έλλειψη πολιτικής σκέψης. Επειδή λοιπόν η παραγόμενη πολιτική σκέψη είναι ανάλογη των ηγετών που την εκφράζουν, αν κοιτάξει κάποιος το πολιτικό προσωπικό της ΕΕ μόνο να θλίβεται μπορεί, ειδικότερα  αν τους συγκρίνει με παλαιότερες ηγετικές μορφές.

Το πρόβλημα θα πάρει και μεγαλύτερες διαστάσεις όσο η προσωπική εξουσιομανία αντικαθιστά την πολιτική σκέψη. Μπορεί να χρησιμοποιούμαι το κλισέ οτι η ιστορία γράφεται από τους παρόντες, αλλά και αυτό πλέον τίθεται εν αμφιβόλω, αν οι παρόντες πλέον αποτελούν μια μειοψηφία.